17
Ο Τ Ο Π Ο Σ Τ Ω Ν Π Ι Σ Τ Ω Ν
να της δώσω την ευκαιρία, ωστόσο εκείνη διατήρησε την ψυ
χραιμία της. «Γιατί θέλεις να μάθεις;»
«Θα χρειαστεί να ψάξω για δαύτον στον υπολογιστή».
Έβγαλα ένα χάρτινο κουτί με χυμό πορτοκάλι και το κούνησα.
«Τι είν’ αυτή η αηδία; Από πότε σταμάτησες να παίρνεις πράγ
ματα της προκοπής;»
Τα χείλη της Ολίβια –πολύ διακριτικά βαμμένα– είχαν αρ
χίσει να σφίγγονται. «
Δεν
θα ψάξεις για τον Ντέρμοτ σε κανέ
ναν υπολογιστή, Φρανκ».
«Δεν το συζητώ αυτό» της είπα εύθυμα. «Πρέπει να βεβαιω
θώ ότι δεν είναι κάνας διεστραμμένος παιδόφιλος, έτσι δεν
είναι;»
«Μα για όνομα του Θεού, Φρανκ! Ο άνθρωπος δεν…»
«Μπορεί όχι» παραδέχτηκα. «
Πιθανόν
όχι. Όμως πώς μπο
ρείς να είσαι σίγουρη, Λιβ; Δεν είναι καλύτερο να έχεις το
κεφάλι σου ήσυχο παρά να το χτυπάς μετά;» Έβγαλα το κα
πάκι από το κουτί με το χυμό και κατέβασα μια μεγάλη γουλιά.
«Χόλι!» φώναξε η Ολίβια, πιο δυνατά τώρα. «Τέλειωνε!»
«Δεν βρίσκω το
αλογάκι
μου!» Θόρυβοι πανικού ακούστη
καν πάνω απ’ τα κεφάλια μας.
Είπα στην Ολίβια: «Βάζουν στο μάτι χωρισμένες μαμάδες
με όμορφα μικρά παιδάκια. Κι είναι πραγματικά απίστευτο
το πόσοι απ’ αυτούς δεν έχουν πιγούνια. Μα δεν το παρατή
ρησες ποτέ αυτό;»
«Όχι, Φρανκ, δεν το παρατήρησα. Και δεν πρόκειται να σ’
αφήσω να χρησιμοποιείς τη δουλειά σου ως πρόσχημα για να
τρομοκρατήσεις…»
«Για πρόσεξε την επόμενη φορά που θα δεις έναν παιδόφι
λο στην τηλεόραση. Άσπρο φορτηγάκι και πρόσωπο χωρίς πι
γούνι, σ’ το υπογράφω. Τι αυτοκίνητο οδηγεί αυτός ο Ντέρμο;»
«
Χόλι
!»
Ήπια μια ακόμα μεγάλη γουλιά χυμό, σκούπισα το στόμιο