9
κρέμονταν από σιδερένιες ράβδους, βυσσινί χαλί με φιγούρες
στο περιθώριο, έναν μικρό καναπέ μπροστά στο τζάκι με δύο
καρέκλες, μία σε κάθε πλευρά, όλα τους με όρθιες, ίσιες
πλάτες, ένα δρύινο τραπέζι με μια λάμπα, δύο σιδερένια
επιδαπέδια φωτιστικά με βυσσινιά καπέλα, που ταίριαζαν
με τις ράβδους από πάνω, ένα τραπεζάκι και ένα ραδιόφω
νο. Στους βαμμένους τοίχους, εκτός από την μπάντα, υπήρ
χαν τρεις πίνακες: ο ένας μ’ ένα ηλιοβασίλεμα στο βουνό, με
σκελετούς αγελάδων στο βάθος, ο άλλος μ’ έναν καουμπόη
να βόσκει ένα κοπάδι στο χιόνι, και ο τρίτος με μια σειρά
από άμαξες με άλογα να διασχίζουν ένα άνυδρο τοπίο. Στο
μακρύ τραπέζι ήταν ένα βιβλίο, με τον τίτλο
Εγκυκλοπαίδεια
χρήσιμων γνώσεων
, με επίχρυσα γράμματα στη ράχη, τοπο
θετημένο διαγώνια. Κανένας δεν θα μπορούσε να έχει αντίρ
ρηση πως αυτό το καθιστικό πετύχαινε με αξιομνημόνευτο
τρόπο να είναι ταυτόχρονα ψυχρό και αποπνικτικό, και θα
ήταν μάλλον βασανιστικό να ζει κανείς εκεί μέσα. Αλλά ο
άντρας ήταν αόριστα υπερήφανος γι’ αυτό, ιδιαίτερα για
τους πίνακες, που είχε πείσει τον εαυτό του ότι ήταν «αρ
κετά ωραίοι». Όσο για το πώς ήταν το να ζεις μέσα σ’ αυτό,
ποτέ δεν τον είχε απασχολήσει.
Σήμερα, δεν του έριξε ούτε μία ματιά, ούτε έκανε κάποια
σκέψη. Το διέσχισε βιαστικά, σφυρίζοντας, και πήγε σε μια
πλήρως επιπλωμένη κρεβατοκάμαρα, αποτελούμενη από ένα
σετ επτά κομματιών σε χτυπητό πράσινο, που πρόδιδε γυ
ναικεία φροντίδα. Έβγαλε τα ρούχα της δουλειάς, τα κρέμα
σε σε μια ντουλάπα, μπήκε γυμνός στο μπάνιο και άνοιξε το