Δεν έχω χρήματα, μήτε πόρους, μήτε ελπίδες. Είμαι ο πιο
ευδαίμων άνθρωπος στον κόσμο. Ένα χρόνο πριν, έξι μήνες
πριν, με είχα για καλλιτέχνη. Δεν με έχω πια,
είμαι.
Καθετί λο-
γοτεχνικό έφυγε πλέον αποπάνω μου. Δεν υπάρχουνε βιβλία
που πρέπει να γραφτούν, δόξα τω Θεώ.
Κι αυτό εδώ; Όχι, δεν είναι βιβλίο αυτό. Είναι λίβελος, δια-
βολή, καταλαλιά. Δεν είναι βιβλίο με την τρέχουσα έννοια.
Όχι, είναι παρατεταμένη προσβολή, ροχάλα στη μούρη της Τέ-
χνης, κλοτσιά στου Θεού τα πισινά, στον κώλο του Ανθρώπου,
της Μοίρας, του Χρόνου, της Αγάπης, του Κάλλους… κι ό,τι
άλλο θέτε. Για σε θα τραγουδήσω, κομμάτι φάλτσα ίσως, μα θα
τραγουδήσω. Θα σου τραγουδήσω ενώ εσύ θα ρεκάζεις, και θα
χορέψω πάνω στη σαθρή σορό σου…
Για να τραγουδήσεις πρέπει το στόμα σου ν’ ανοίξεις. Πρέ-
πει πνευμόνια να ’χεις, κάτι να ξέρεις κι από μουσική. Δεν είν’
ανάγκη να ’χεις ακορντεόν, μήτε κιθάρα. Η ουσία είναι να
θέ-
λεις
να τραγουδήσεις. Τραγούδι είν’ αυτό, λοιπόν. Ναι, τραγού-
δι που τραγουδώ.
Για σένα, Τάνια, ναι, για σένα τραγουδώ. Μακάρι καλύτερα να
κατάφερνα να τραγουδήσω, κομμάτι πιο μελωδικά, μα τότε
ίσως να μην έστεργες να με ακούσεις. Έχεις ακούσει τους άλ-
λους να τραγουδάνε, μα έμεινες αδιάφορη. Τραγουδούσαν
υπερβολικά ωραία, ή όχι όσο ωραία έπρεπε.
Εικοστή κάτι του Οκτώβρη. Έχω χάσει τις ημερομηνίες. Τι
θα ’λεγες — το όνειρό μου απ’ τις
14
του περασμένου Νοέμβρη;
Υπάρχουν διάκενα, αλλά είναι ανάμεσα στα όνειρα, και δεν έχει
απομείνει ίχνος από δαύτα. Ο κόσμος γύρω μου αποσυντίθεται,
[ 8 ]
1,2 4,5,6,7,8,9,10,11,12,13,...18