Οι γυναίκες στην παραλία - page 6

11
O I Γ Υ Ν Α Ι Κ Ε Σ Σ Τ Η Ν Π Α Ρ Α Λ Ι Α
τοίχο. Με έκπληξη προσγειώθηκε σε κάτι μαλακό. Μέχρι τώρα
το σώμα της είχε έρθει σ’ επαφή αποκλειστικά και μόνο με
σκληρά πράγματα σ’ αυτή τη χώρα: άσφαλτο, πέτρες, σιδερέ­
νιους σωλήνες. Η μαλακή άμμος κάτω από τα πόδια της αυτή
τη στιγμή ήταν σαν χάδι από τη γη.
Μια κλειστή ομπρέλα ηλίου ήταν πεσμένη στην παραλία.
Μονάχα ένα λεπτάκι, είπε από μέσα της και ξάπλωσε πίσω από
την ομπρέλα. Λίγο να ξαποστάσω μια στιγμούλα από την αιω­
νιότητα του Θεού.
Έπιασε μια χούφτα λεπτή άμμο και την άφησε να ξεγλιστρή­
σει μέσα από τα δάχτυλά της. Έγειρε πίσω το κεφάλι και κοί­
ταξε ψηλά τον μαύρο ουρανό. Ο άνεμος τη ράπισε στο πρόσωπο,
βγάζοντάς της την κουκούλα.
Πότε θα σταματήσει να φυσάει; αναρωτήθηκε. Πότε θα κόψει
ο άνεμος και θα γαληνέψει η θάλασσα;
Σηκώθηκε και πάλι και αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι τα
πόδια της δεν θα την κρατούσαν πολύ ακόμα. Ένιωθε ότι το
πόδι της ήθελε να εγκαταλείψει το υπόλοιπο σώμα της. Αναγκα­
ζόταν να το σέρνει.
Συνέχισε σκυφτά, παράλληλα μ’ έναν άλλο, χαμηλό τοίχο, ο
οποίος λειτουργούσε σαν ανάχωμα ώστε η άμμος να μη βγαίνει
στον δρόμο, μετατρέποντας την πόλη σε έρημο. Κάτι κοφτερά
φυτά της έγδερναν τις πατούσες. Σήκωσε το πονεμένο της πόδι
για να δει αν είχε ματώσει και ανακάλυψε ότι είχε πατήσει σε
σκατά σκύλου. Το πόδι της βρομούσε. Δεν μπορούσε να βγει σ’
αυτή τη χώρα βρομώντας έτσι, αλλά η θάλασσα παραήταν μα­
κριά για να πάει να το πλύνει. Πώς είχε καταντήσει σ’ αυτό το
χάλι; Έτριψε την πατούσα της στην άμμο για να βγάλει τη βρομιά
και σκούπισε τα δάκρυά της απότομα με το χέρι, με αποτέλεσμα
να μπει άμμος στα μάτια της. Σίγουρα θα είχε άμμο παντού.
Θα μπορούσα να περπατήσω στον δρόμο, σκέφτηκε. Σαν
φυσιολογικός άνθρωπος, όχι σαν κλέφτης ή σαν δαρμένο σκυλί.
Ο δρόμος ήταν φωτισμένος, και ήξερε πως ήταν επικίνδυνο,
1,2,3,4,5 7,8,9,10,11,12,13,14
Powered by FlippingBook