Στα πέρατα της αντοχής - page 15

21
Σ Τ Α Π Ε Ρ Α Τ Α Τ Η Σ Α Ν Τ Ο Χ Η Σ
Πριν πάρουν τη μεγάλη κατηφόρα, στην άκρη της πόλης,
ο πατέρας σταμάτησε το κάρο και τους πρόσταξε:
«Για ιδιέστε μια φορά το Βέρμιο για να το πάρετε μαζί
σας και να μην το ξεχάσ’τε».
Γύρισαν το βλέμμα τους τα παλικάρια. Μιαν ανάσα απ’
τηΝιάουστα, το βουνό στεκόταν μεγαλόπρεπο και την αγκά­
λιαζε προστατευτικά. Η πυκνή βλάστηση έφτανε μέχρι χα­
μηλά, γινόταν ένα με την πόλη. Η ανατολή είχε ρίξει το φως
της πάνω του, κάνοντας την Ντούρλια, την κορυφή, να λα­
μπυρίζει. Την ήσυχη εικόνα τάραζε το βουητό των ορμητικών
νερών της Αράπιτσας που έπεφταν απ’ τον βράχο κάτω στον
καταπράσινο κάμπο.
Έφτασαν στον σιδηροδρομικό σταθμό χωρίς να μιλήσει ξανά
κανείς. Ο πατέρας στάθηκε πρώτα μπροστά στον Αχιλλέα.
«Καλή προκοπή και τίμια. Να προσέχεις τον αδερφό σου»
ορμήνεψε και τον έσφιξε για δευτερόλεπτα στην αγκαλιά
του. Μετά, γύρισε στον Νίκο. «Δίπλα του να είσαι. Να τον
ακούς. Και να μην είσαι αψύς. Δύναμη είναι να κρατάς τη
δύναμή σου. Να το θυμάσαι». Τον έσφιξε κι αυτόν φευγαλέα
και χωρίς άλλη κουβέντα, γύρισε την πλάτη και κίνησε για
το κάρο. Το οδήγησε λίγα μέτρα πιο πέρα, και όταν σιγου­
ρεύτηκε ότι δεν μπορούσε κανείς να τον δει, κατέβηκε και
στάθηκε πίσω από κάτι αγριάδες. Έμεινε εκεί και άφησε τα
μάτια του νοτισμένα να κοιτάνε τα δυο του παλικάρια. Με­
τά από ώρα τα είδε να ανεβαίνουν στο τρένο και στάθηκε
ακίνητος μέχρι που ο καπνός απ’ τη μηχανή διαλύθηκε στον
1...,5,6,7,8,9,10,11,12,13,14 16,17,18
Powered by FlippingBook