13
Η Σ Ι Ω Π Η Τ Ο Υ Τ Α Φ Ο Υ
«Νομίζω ότι είναι μέρος ανθρώπινου θώρακα» εξήγησε ο νεα­
ρός. «Είμαι φοιτητής Ιατρικής στο πέμπτο έτος».
«Ανοησίες. Εσύ το έφερες εδώ;»
«Εγώ; Όχι. Δεν ξέρεις πού το βρήκε;»
Η μητέρα κοίταξε το μωρό και με μια αστραπιαία κίνηση
του άρπαξε το κόκαλο από το στόμα και το πέταξε κάτω. Το
μωρό ξέσπασε πάλι σε κλάματα. Ο νεαρός πήρε το οστό και το
εξέτασε.
«Μπορεί να ξέρει ο αδελφός της...» είπε κοιτάζοντας τη
μητέρα.
Εκείνη του έριξε μια αμήχανη ματιά και ύστερα κοίταξε την
κόρη της που έκλαιγε· μετά το οστό, μετά από το παράθυρο τα
μισοχτισμένα σπίτια έξω, ύστερα πάλι το οστό και τον άγνω­
στο, και τελικά τον γιο της, που μπήκε τρέχοντας από το ένα
παιδικό δωμάτιο.
«Τόουτι!» φώναξε. Ο μικρός την αγνόησε. Η μητέρα όρμησε
μέσα στο πλήθος τον παιδιών, τον τράβηξε έξω με μεγάλη δυ­
σκολία και τον έφερε μπροστά στον φοιτητή Ιατρικής. «Δικό
σου είναι αυτό;» ρώτησε τον γιο της, δίνοντάς του το κόκαλο.
«Το βρήκα» απάντησε βιαστικά ο Τόουτι, που δεν ήθελε να
χάσει όσα γίνονταν στο πάρτι του.
«Πού;» ρώτησε η μητέρα του αφήνοντας κάτω το μωρό, το
οποίο την κοίταξε απορημένα, μην μπορώντας να αποφασίσει
αν έπρεπε να αρχίσει να ουρλιάζει πάλι.
«Έξω» είπε ο μικρός. «Είναι παράξενη πέτρα. Την έπλυ­
να» συνέχισε λαχανιασμένος και μια σταγόνα ιδρώτα κύλησε
στο μάγουλό του.
«Έξω πού;» ρώτησε η μητέρα. «Πότε; Τι έκανες;»
Ο μικρός την κοίταξε απορημένος. Δεν ήξερε αν είχε κάνει
κάτι κακό, αλλά κάτι τέτοιο υποδήλωνε το ύφος της και ανα­
ρωτήθηκε τι μπορεί να ήταν αυτό.
1,2,3,4,5 7,8,9,10,11,12,13,14,15,...16