17
Η Σ Ι Ω Π Η Τ Ο Υ Τ Α Φ Ο Υ
Της έριξε πάλι μια γροθιά στο πρόσωπο, στέλνοντάς τη στο
ντουλάπι της κουζίνας με τα πιατικά. Έγιναν όλα τόσο γρήγο­
ρα, που δεν πρόλαβε να σηκώσει τα χέρια για να προστατέψει
το πρόσωπό της.
«Μη μου λες ψέματα!» της φώναξε. «Σε είδα πώς τον κοί­
ταζες. Σε είδα που τον φλερτάριζες! Το είδα με τα ίδια μου τα
μάτια! Παλιοθήλυκο!»
Άλλη μια έκφραση που τον άκουγε να χρησιμοποιεί για
πρώτη φορά.
«Θεέ μου!» αναφώνησε η γυναίκα. Αισθάνθηκε να τρέχει
αίμα μέσα στο στόμα της. Το πάνω χείλος της είχε σκιστεί. Η
γεύση ανακατεύτηκε με την αλμύρα από τα δάκρυα που κυ­
λούσαν απ’ τα μάτια της. «Γιατί το έκανες αυτό; Τι σου έκα­
να;»
Στάθηκε αποπάνω της, έτοιμος να επιτεθεί ξανά. Το πρό­
σωπό του ήταν κατακόκκινο από οργή. Έτριξε τα δόντια, χτύ­
πησε κάτω το πόδι του, και ύστερα έκανε μεταβολή και έφυγε
από το υπόγειο. Η γυναίκα απέμεινε εκεί, ανίκανη να καταλά­
βει τι είχε συμβεί.
Αργότερα σκεφτόταν συχνά εκείνη τη στιγμή, και κατά πό­
σο θα άλλαζε κάτι αν είχε προσπαθήσει να απαντήσει στη βία
του αμέσως, να τον αφήσει, να τον παρατήσει για πάντα, αντί
να αναζητήσει λόγους για να τα βάλει με τον εαυτό της. Κάτι
πρέπει να είχε κάνει για να του προκαλέσει τέτοια αντίδραση.
Κάτι που μπορεί να μην το κατάλαβε η ίδια, αλλά εκείνος το
είδε. Μπορούσε όμως να του μιλήσει όταν θα γύριζε, να του
υποσχεθεί ότι θα προσπαθούσε να επανορθώσει, και όλα θα
γίνονταν όπως πριν.
Δεν τον είχε ξαναδεί να φέρεται έτσι, ούτε σ’ εκείνη ούτε σε
κανέναν άλλον. Συνήθως ήταν αμίλητος, σοβαρός, ή ακόμα και
σκυθρωπός. Αυτό της άρεσε πάνω του όταν είχαν αρχίσει να
1,2,3,4,5,6,7,8,9 11,12,13,14,15,16