Το δείπνο - page 7

H E R M A N K O C H
16
τα μαλλιά της είναι πολύ μακριά; Τι γνώμη έχει ο Σερζ γι’ αυτά
τα παπούτσια; Δεν είναι πολύ χαμηλά τα τακούνια; Ή μήπως
πολύ ψηλά;
Κι αμέσως κάτι δεν μου πάει όταν φαντάζομαι τη σκηνή, κά-
τι που προφανώς μου είναι αδιανόητο. «Μια χαρά είσαι έτσι»
ακούω τον Σερζ να λέει. Αλλά το μυαλό του είναι αλλού, δεν τον
ενδιαφέρει πραγματικά το θέμα. Άλλωστε: ακόμα κι αν η γυναί-
κα του φορέσει λάθος φόρεμα, και πάλι οι άντρες θα γυρίσουν να
την κοιτάξουν καθώς θα περνάει. Αφού όλα τής πάνε. Τι γκρινιά-
ζει, λοιπόν;
Δεν ήταν από τα καφέ μπαρ της μόδας, οι μοδάτοι τύποι δεν
σύχναζαν εδώ – δεν είναι κουλ, θα έλεγε ο Μισέλ. Η πλειονότητα
εδώ μέσα ήταν συνηθισμένοι άνθρωποι. Ούτε πολύ νέοι, ούτε
πολύ γέροι, μάλλον λίγο απ’ όλα, κυρίως όμως συνηθισμένοι.
Έτσι θα ’πρεπε να ’ναι όλα τα καφέ.
Είχε πολύ κόσμο. Στεκόμασταν στριμωγμένοι δίπλα στην πόρ-
τα που οδηγούσε στις τουαλέτες των ανδρών. Στο ένα της χέρι η
Κλερ κρατούσε την μπίρα της και με το άλλο ζούληξε απαλά τον
καρπό μου.
«Δεν ξέρω» είπε «μα τον τελευταίο καιρό μού φαίνεται ότι ο
Μισέλ φέρεται παράξενα. Εντάξει, όχι ακριβώς παράξενα, πάντως
διαφορετικά απ’ ό,τι συνήθως. Σε κρατάει σε απόσταση. Το πρό-
σεξες κι εσύ;».
Ο Μισέλ είναι ο γιος μας. Την άλλη βδομάδα θα γίνει δεκάξι.
Όχι, άλλα παιδιά δεν έχουμε. Και όχι, δεν το είχαμε σχεδιάσει να
φέρουμε ένα παιδί μόνο στον κόσμο. Απλώς κάποια στιγμή ήταν
αργά να κάνουμε άλλο.
«Μπα;» είπα. «Μπορεί».
Φρόντισα να μην κοιτάξω την Κλερ, γνωριζόμαστε τόσο καλά,
που τα μάτια μου θα με πρόδιδαν. Έκανα, λοιπόν, πως κοίταζα
τον κόσμο, σαν να με συνάρπαζε το θέαμα των συνηθισμένων
1,2,3,4,5,6 8,9,10,11,12
Powered by FlippingBook