Το δείπνο - page 10

Τ Ο Δ Ε Ι Π Ν Ο
19
του πουκαμίσου μου, σαν να ’χε δει εκεί κάτι στραβό που έπρεπε
να ισιώσει τώρα για να μη γίνω ρεζίλι στο εστιατόριο.
Χαμογέλασε κι ακούμπησε στο στήθος μου την παλάμη της
με τα δάχτυλα ανοιχτά, ένιωσα δυο από τ’ ακροδάχτυλά της στο
δέρμα μου, στο σημείο όπου το πάνω πάνω κουμπί του πουκα-
μίσου μου ήταν ξεκούμπωτο.
« Ίσως να ’ναι αυτό» είπε. «Λέω μόνο να ’χουμε κι οι δυο τον
νου μας, μην έρθει κάποια στιγμή που δεν θα μας λέει τίποτα πια.
Που θα το συνηθίσουμε, εννοώ».
«Όχι, όχι βέβαια. Μόνο που στην ηλικία του έχει λιγάκι το δι-
καίωμα σε κάποια μυστικά. Δεν πρέπει να θέλουμε να τα μαθαί-
νουμε όλα, γιατί τότε μπορεί να μας κλείσει τελείως την πόρτα».
Κοίταζα την Κλερ στα μάτια. Η γυναίκα μου, σκέφτηκα εκείνη
τη στιγμή. Γιατί να μην τη λέω γυναίκα μου; Η γυναίκα μου. Πέ-
ρασα το χέρι μου στη μέση της και την έσφιξα πάνω μου. Έστω και
μόνο γι’ απόψε. Η γυναίκα μου κι εγώ, είπα μέσα μου. Η γυναίκα
μου κι εγώ θα θέλαμε να δούμε τον κατάλογο των κρασιών.
«Γιατί γελάς;» ρώτησε η Κλερ. Ρώτησε η γυναίκα μου. Κοίτα-
ξα τα ποτήρια μας. Το δικό μου ήταν άδειο, το δικό της σχεδόν
γεμάτο ακόμη. Όπως πάντα. Η γυναίκα μου δεν έπινε όσο γρή-
γορα έπινα εγώ, κι αυτός ήταν άλλος ένας λόγος που την αγαπού-
σα, απόψε ίσως ακόμα περισσότερο από άλλα βράδια.
«Έτσι» απάντησα. «Σκεφτόμουν… σκεφτόμουν εμάς».
Έγινε πολύ γρήγορα: τη μια στιγμή κοιτούσα την Κλερ, κοι-
τούσα ακόμη τη γυναίκα μου, πιθανόν μ’ ένα βλέμμα αγάπης,
σίγουρα πάντως με μια σπίθα στα μάτια. Και την επόμενη στιγμή
ένιωσα ένα υγρό πέπλο να σκεπάζει τα μάτια μου.
Δεν έπρεπε για κανέναν λόγο να υποψιαστεί κάτι – κι έτσι
έκρυψα το πρόσωπό μου στα μαλλιά της. Την έσφιξα πιο δυνατά
κοντά μου και ρούφηξα τη μυρωδιά της: σαμπουάν. Σαμπουάν
και κάτι ακόμα, κάτι ζεστό – η μυρωδιά της ευτυχίας, σκέφτηκα.
1,2,3,4,5,6,7,8,9 11,12
Powered by FlippingBook