15
ΜΗ ΜΟ Υ Λ Ε Σ Α Ν Τ Ι Ο
«Έλα, ρε Ρούλα, γαμώτο ένας αιώνας πέρασε · τι έγινε,
ΒΓΗΚΑΝ
;»
«Έλα, μωρό μου, ποια Ρούλα, εγώ είμαι! Τι έγινε, τι θό
ρυβος ήταν αυτός;»
«Α, εσύ είσαι; Τίποτα, γκρέμισα την τηλεφωνική συσκευή.
Προφανώς δεν θα μπορώ να πάρω εγώ τηλέφωνο μέχρι να
το φτιάξει ο πατέρας μου, νομίζω, όμως, ότι μάλλον θα μπο
ρούν να με πάρουν. Αλλά... τι καθόμαστε και μιλάμε, ρε
Φίλιππε, εδώ μπορεί να με παίρνει ήδη η Ρούλα. Ξέχασες
που σου είπα το πρωί ότι θα στηθώ και θα περιμένω τηλέ
φωνό της γιατί σήμερα βγαίνουν τα αποτελέσματα; Λοιπόν,
άσε με, γιατί κάθομαι σ’ αναμμένα κάρβουνα. Θα σε πάρω
εγώ μετά».
«Γλυκό μου, μην ανησυχείς, σίγουρα όλα θα πάνε καλά.
ΗΝομική της Αθήνας θα έχει σε λίγο το πιο ωραίο της μέλος!
Σε παρακαλώ, όμως, μη με κρατάς σε αγωνία, τηλεφώνησέ
μου αμέσως μόλις μάθεις τα αποτελέσματα».
«Καλά · αν δεν σου τηλεφωνήσω να ξέρεις ότι αυτοκτό
νησα γιατί πήρα πάλι πέντε στην Έκθεση, εντάξει;»
«Μη μου λες τέτοια. Θα έχεις περάσει σίγουρα. Χριστί
να;...»
«Ναι;»
«Σ’ αγαπώ πολύ».
«Να ζήσεις, γιατρέ μου» είπε η Χριστίνα κι έκλεισε. Μό
λις που πρόλαβε ν’ ακούσει το φιλί που της έστειλε ο Φίλιπ
πος.
Δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα χαμόγελο. Ήταν τόσο
γλυκό παιδί ο Φίλιππος... Λοιπόν, δεν είχε καταλάβει καλά