Μη μου λες αντίο - page 7

13
ΜΗ ΜΟ Υ Λ Ε Σ Α Ν Τ Ι Ο
«Ε, όχι και το ξέχασα! Σκέφτομαι και τίποτ’ άλλο; Σήμε­
ρα θα πάρουμε τον αποθαρρό μας! Άντε να δούμε τι κάναμε
αυτή τη φορά · τα καταφέραμε ή θα γίνουμε πάλι ρεζίλι των
σκυλιών; Πάντως, να το ξέρεις: άμα μείνεις πάλι απέξω, θα
με πάνε τέσσερις». Και μ’ αυτή τη μεγαλοπρεπή δήλωση ο
πατέρας της Χριστίνας αποχώρησε, βαρύς και δύσθυμος,
ό,τι καλύτερο, δηλαδή, για να της φτιάξει το κέφι.
«Τώρα θα σου ’λεγα κι εσένα τίποτα, αλλά έχε χάρη» σκέ­
φτηκε εκνευρισμένη. Από τότε που κατάλαβε τον κόσμο, έτσι
τον θυμόταν τον πατέρα της. Μια ζωή την άγχωνε για τα
θέματα του σχολείου. Μάλιστα, όταν πήγαινε στην πρώτη
Δημοτικού, η Χριστίνα δεν μπορούσε να γράψει καλά το «μ»
κι ο πατέρας της την είχε απειλήσει ότι θα την κρεμάσει.
Φυσικά δεν το εννοούσε, αλλά και μόνο το γεγονός ότι το
είπε φιλοδώρησε τη Χριστίνα με ένα απαίσιο παράσημο: άρ­
χισαν να ιδρώνουν τα χέρια της. Τόσο πολύ, που αυτό είχε
ως αποτέλεσμα ένα σωρό αηδιαστικά συμπαρομαρτούντα:
πρώτον, δεν μπορούσε να δώσει το χέρι της για μια χειραψία
χωρίς να κατακοκκινίσει από ντροπή, γιατί μούσκευε τον
κόσμο. Δεύτερον, όταν έξω είχε παγωνιά και πολικό ψύχος,
τα χέρια της, ιδρωμένα και ζεστά καθώς ήταν, άχνιζαν. Μια
φορά, μάλιστα, όταν ήταν μικρή, οχτώ χρονών περίπου, πή­
γε για πρώτη και τελευταία φορά στο κατηχητικό της εκκλη­
σίας της γειτονιάς της, όπου τα παιδάκια μόλις είδαν το φαι­
νόμενο αυτό του αχνίσματος των χεριών της άρχισαν όλα
μαζί να ουρλιάζουν ότι την είχε κυριεύσει ο διάβολος! Και δεν
ξαναπάτησε. Στο δε σχολείο εμφανιζόταν πάντοτε με πετσέ­
τα, απ’ αυτές που χρησιμοποιούμε για το σκούπισμα της
1,2,3,4,5,6 8,9,10,11,12
Powered by FlippingBook