Μη μου λες αντίο - page 6

12
Α Ν Α Σ Τ Α Σ Ι Α Κ Α Λ Λ Ι Ο Ν Τ Ζ Η
αρχή εκείνη τον έφτυσε, αφενός γιατί δεν είχε ξανακάνει
ποτέ δεσμό στη ζωή της –ας τολμούσε, με τον αυστηρό πα­
τέρα που είχε– κι αφετέρου γιατί, μόλις άκουσε για Κολω­
νάκια, Ιατρικές και Πόρσε, φοβήθηκε ότι είχε να κάνει με
κανέναν μπούλη που ήθελε να περάσει την ώρα του ευχάρι­
στα, γιατί εδώ που τα λέμε κι η Χριστίνα ήταν πολύ ωραίο
κορίτσι. Ψηλή, λεπτή, με μακριά μαύρα μαλλιά, σαν τη Να­
θαναήλ. Εκτός, όμως, του ότι ήταν ωραίο κορίτσι, ήταν μάλ­
λον και ώριμη για την ηλικία της. Από τότε που ήταν μικρή,
η μάνα της της έλεγε να έχει τον νου της με τους πλούσιους
που πάνε να διαφθείρουν τα φτωχά πλην τίμια κορίτσια.
Πάντως, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, η οικογένεια
Σακάρη δεν τα πήγαινε κι άσχημα οικονομικά. Είχαν αυτό
το σπίτι με την καταπληκτική θέα, ο πατέρας της ήταν συ­
νταξιούχος της
ΕΥΔΑΠ
, η δε μάνα της δεν δούλευε, αλλά
είχε φροντίσει να αγοράσει με κάτι λεφτουδάκια που της
είχαν αφήσει οι γονείς της κάνα δυο μικρά ακίνητα και ει­
σέπραττε τα νοίκια. Ζούσαν οι άνθρωποι αξιοπρεπώς. Αλλά
για Πόρσε και ρολόγια Ρόλεξ ούτε λόγος να γίνεται.
«Τι κάνεις, παιδί μου, εκεί και χάσκεις σαν χάνος;» άκου­
σε από πίσω της την αγριοφωνάρα του πατέρα της και πή­
δηξε ως το ταβάνι απ’ την τρομάρα.
«Αμάν, ρε μπαμπά, με κατατρόμαξες!»
«Πού τρέχει ο λογισμός σου; Φαινόσουν χιλιάδες χιλιό­
μετρα μακριά».
«Τίποτα, περιμένω τηλέφωνο απ’ τη Ρούλα. Ξέχασες ότι
σήμερα κατά ενενήντα τοις εκατό θα βγουν τα αποτελέσμα­
τα; Το είπε και το ραδιόφωνο».
1,2,3,4,5 7,8,9,10,11,12
Powered by FlippingBook