Ο λυτρωτής - page 6

[ 14 ]
φάνταζε καθόλου σίγουρη. Ο μεγάλος του αδερφός ήταν δύο πό-
ντους ψηλότερος, αλλά κατά έναν μυστήριο τρόπο εκείνος έδειχνε
πιο ψηλός. Γιατί από τα δώδεκα και μετά ο Γιον είχε αρχίσει να κα-
μπουριάζει, λες και σήκωνε στην πλάτη του όλα τα βάσανα του κό-
σμου. Ήταν και οι δύο μελαχρινοί, όμορφοι, με κανονικά χαρακτηρι-
στικά, αλλά ο Ρόμπερτ είχε κάτι ιδιαίτερο, που έλειπε από τον αδερ-
φό του. Κάτι στα μάτια του, σκοτεινό και σκανταλιάρικο, την προκα-
λούσε να θέλει, αλλά και να μη θέλει να το ψάξει περισσότερο.
Όση ώρα μιλούσε ο Ρίκαρντ, το βλέμμα της περιπλανιόταν στη
θάλασσα των γνώριμων συγκεντρωμένων προσώπων. Μια μέρα
θα παντρευόταν ένα από τα αγόρια του Στρατού Σωτηρίας και μπο-
ρεί να τους έστελναν και τους δύο σε άλλη πόλη ή σε κάποια επαρχία
της χώρας. Όμως θα επέστρεφαν πάντα στο Έστγκορντ, το κτήμα
που είχε μόλις αγοράσει ο Στρατός, το οποίο θα αποτελούσε στο
εξής τη θερινή τους κατασκήνωση.
Στην περιφέρεια του πλήθους, στα σκαλοπάτια του σπιτιού, κα-
θόταν ένα ξανθό αγόρι χαϊδεύοντας μια αδέσποτη γάτα που είχε βο-
λευτεί στην αγκαλιά του. Ήταν σίγουρη πως την κοίταζε, αν και μόλις
γύρισε προς το μέρος του, εκείνος έστρεψε αμέσως αλλού τη ματιά
του. Δεν τον γνώριζε, αν και είχε ακούσει ότι τον έλεγαν Μαντς Γκίλ-
στρουπ, ήταν εγγονός του προηγούμενου ιδιο­κτήτη του Έστγκορντ,
δύο χρόνια μεγαλύτερός της, και ότι καταγόταν από πολύ πλούσια
οικογένεια. Ο Μαντς ήταν όμορφος, αληθινά όμορφος, αλλά κάπως
μοναχικός, σαν απομονωμένος. Αλήθεια, εδώ που τα λέμε, τι δου-
λειά είχε ανάμεσά τους; Ήταν εδώκαι το προηγούμενο βράδυ, έκοβε
βόλτες συνοφρυωμένος, στραβοκοίταζε τους πάντες και δεν μιλού-
σε με κανέναν. Είχε αισθανθεί το βλέμμα του πάνω της αρκετές φο-
ρές. Όλοι την κοίταζαν φέτος. Ήταν κι αυτό κάτι καινούργιο.
1,2,3,4,5 7,8,9,10,11,12
Powered by FlippingBook