7
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Χαλοουίν
Κ
ατεβαίνοντας στον διάδρομο ο Κόουλ προσπέρασε
έναν νίντζα, μιαμάγισσα, έναν πειρατή και μια νύφη-
ζόμπι. Κοντοστάθηκε όταν τον χαιρέτησε ένας θλιμμένος
κλόουν με καμπαρντίνα και ρεπούμπλικα. «Ντάλτον;»
Ο φίλος του κούνησε το κεφάλι και χαμογέλασε, κάτι
που πήγαινε κόντρα στο θλιμμένο χαμόγελο που ήταν
ζωγραφισμένο στο στόμα του. «Αναρωτιόμουν αν θα με
αναγνωρίσεις».
«Δεν ήταν εύκολο» είπε ο Κόουλ ανακουφισμένος που
έβλεπε τον καλύτερό του φίλο με ωραία στολή. Φοβόταν
μήπως η δική του στολή ήταν κάπως υπερβολική.
Συναντήθηκαν στη μέση του διαδρόμου. Τα παιδιά
πηγαινοέρχονταν κι από τις δύο πλευρές, άλλα ντυμένα
για το Χαλοουίν κι άλλα όχι.
«Έτοιμος να μαζέψουμε γλυκά απόψε;» ρώτησε ο
Ντάλτον.
Ο Κόουλ δίστασε. Τώρα που πήγαιναν στην έκτη, ανη-
συχούσε μήπως τους θεωρούσαν πολύ μεγάλους για να πη-
γαίνουναπόπόρτασεπόρτα. Δενήθελε ναμοιάζει με νηπια
γωγάκι. «Άκουσες για το στοιχειωμένο σπίτι στη Γουίλσον;»
«Το σπίτι με το στοιχειωμένο στενό;» είπε ο Ντάλτον.
«Άκουσα πως έχει αληθινά ποντίκια και φίδια».