Ξ Ο Φ Λ Η Μ Ε Ν Ο Σ
19
«Παρεμπιπτόντως, πώς είναι η μηχανή σου;»
Ο Σπενς είχε πέσει με τη μηχανή το προηγούμενο Σαββα-
τοκύριακο.
«Το συνεργείο λέει ότι θα πάρει μια βδομάδα πάνω κάτω».
«Πρέπει να είσαι πιο προσεχτικός με τη μηχανή».
Ο Σπενς σήκωσε απλώς τους ώμους:
«Έπεσε σε χυμένα λάδια. Θα μπορούσε να έχει συμβεί στον
οποιονδήποτε».
«Και πάλι, να γλιστράς κατά μήκος του δρόμου με την
πλάτη με ογδόντα χιλιόμετρα την ώρα – το πήρες το μάθημά
σου;»
«Με γλίτωσαν τα δερμάτινά μου».
«Το ίδιο κάνει».
Ο Ρέμπους σταμάτησε και έριξε μια ματιά στο γραφείο.
«Πού είναι οι άλλοι;» ρώτησε.
«Πήγαν να συναντήσουν ένα από τα καρφιά του Στέφαν.
Μπορεί να ξέρει κάτι για τη ληστεία σε εκείνο το κοσμηματο-
πωλείο στην Τζορτζ Στριτ».
«Και η ελάχιστη πρόοδος είναι ευπρόσδεκτη».
«Οπωσδήποτε».
Ο Ρέμπους στεκόταν δίπλα στο γραφείο του Γκίλμουρ. Το
ρολόι δεν βρισκόταν πια εκεί, έτσι άνοιξε το συρτάρι. Ήταν
πάνω σε μια στοίβα από κουπόνια στοιχημάτων. Ο Ρέμπους
το πήρε και το έβαλε στην τσέπη του.
«Ξαναφεύγω» είπε στον Σπενς.
«Τι να πω στον Στέφαν όταν επιστρέψει;»
«Πες του ότι δεν είναι ο μοναδικός μπάτσος στην πόλη που
πρέπει να κάνει χατίρια στους ρουφιάνους του».
«Σε ποια παμπ θα σε βρει, αν σε χρειαστεί;»
Ο Ρέμπους έφερε το δάχτυλο στα χείλη του και του έκλει-
σε το μάτι.
* * *