14
Μ Α Ι Ρ Η Μ Α Γ Ο Υ Λ Α
σφαλίσει μια καλή ζωή στην οικογένειά του. Ηλεκτρικό,
βερεσέδες στον μπακάλη, τετράδια και μολύβια των παι-
διών και δυο απλήρωτα νοίκια. Όλα μαζί θηλιά στον
λαιμό του, έτοιμα να τον πνίξουν. Σήκωσε το κεφάλι απ’
τα χαρτιά και κοιτάζοντας το κενό άρχισε να μουρμου-
ρίζει: «Πάει, καταστράφηκα. Αυτοί οι λογαριασμοί δεν
πληρώνονται με τίποτα. Πώς θα τα βγάλουμε πέρα; Να
δεις που θα μας πετάξουν στον δρόμο».
ΗΜαρία ξαφνιασμένη άφησε το παράθυρο, τράβηξε
μια καρέκλα και κάθισε δίπλα του. «Γιατί τι έγινε; Μια
χαρά δεν τα καταφέρναμε με τον μισθό σου, τι άλλαξε
τώρα; Ο κυρ Κώστας δεν έλεγε πως πάνε καλά οι δου-
λειές στο εμπορικό της Αιόλου και θ’ ανοίξει κι άλλο στην
Πατησίων; Όλη την ώρα αυτός κι ο συνεταίρος του τα-
ξιδεύουν στην Ευρώπη και προμηθεύονται τα καλύτερα
για το μαγαζί τους. Εσύ δεν έλεγες πως θα σε κάνει υπεύ-
θυνο και θα παίρνεις και ποσοστά;»
«Όχι μόνο δεν με έκανε υπεύθυνο, αλλά μου χρέωσε
και μια ζημιά, που μάρτυς μου ο Θεός αν έφταιξα ο δό-
λιος. Ένας πελάτης ακύρωσε μια μεγάλη παραγγελία και
τ’ αφεντικό μ’ έβγαλε φταίχτη. Άσε την κατσάδα που
άκουσα… “Πρέπει να μάθεις να διαπραγματεύεσαι κα-
λύτερα, να αφήνεις τον πελάτη να νομίζει πως αυτός
ορίζει την τιμή, να διακρίνεις πόσα μπορεί να δώσει, να
αποφεύγεις τα τρικ με τις εικονικές εκπτώσεις, γιατί τα
έμαθαν πια αυτά, και να φροντίζεις να μη χάνεις τον
καλό πελάτη. Λυπάμαι, Μίμη μου, αλλά αυτή τη χασού-
ρα πρέπει να σ’ τη χρεώσω. Θα τα κόβω απ’ τον μισθό
σου”, με πρόσβαλε κιόλας κατάλαβες; Εμένα που έφτυ-