18
Μ Α Ι Ρ Η Μ Α Γ Ο Υ Λ Α
αφήσει το κόσκινο και να φέρει μπροστά της όλη τη
μετέπειτα αλήθεια της κοινής ζωής τους.
Εκείνη, λοιπόν, εγκατέλειψε τα όνειρά της για ανώ-
τερες σπουδές και εργασία και γεμάτη αγάπη αφοσιώ-
θηκε στην οικογένειά της – στην ανατροφή των δύο τους
παιδιών, του Κωστή και της Ελένης, που ήταν πλέον
οχτώ και έξι χρονών αντίστοιχα, και στη φροντίδα του
στρωμένου στη δουλειά συζύγου, που τα παιδιά λάτρευ-
αν παρ’ όλη την αυστηρότητά του. Όλα λοιπόν φαίνο-
νταν ότι κυλούσαν όμορφα, αν όμως κανείς είχε τη δυ-
νατότητα να παρατηρήσει από την κλειδαρότρυπα την
καθημερινότητα του ζευγαριού, άλλη εικόνα θα έβλεπε…
Αυτή η όμορφη κοπέλα η γεμάτη χαρίσματα στην κοινή
τους διαδρομή ήταν σαν να ταξίδευε με τη σκευοφόρο,
ενώ την ίδια ώρα απολάμβανε την άνεση της πρώτης
θέσης ο σύζυγος. Υποζύγιο δικό του, εκείνος να διατάζει,
εκείνη να υπακούει, εκείνος αφέντης, εκείνη σκλάβα. Και
βέβαια δεν θα έπρεπε να ρίχνει κανείς την ευθύνη απο-
κλειστικά σ’ εκείνον. Δεν θα μπορούσε από αυταρχικό-
τητα και μόνο να είχε δημιουργήσει μια τέτοια κατάστα-
ση. Η Μαρία, με την αγάπη που του είχε και θέλοντας
να αποδεικνύει καθημερινά την αφοσίωσή της, μετέτρε-
ψε την καλοσύνη σε δουλικότητα, τον κακόμαθε και σβή-
νοντας την προσωπικότητά της έτρεχε να προλάβει τις
επιθυμίες του, αυτές που ο ίδιος είχε εκδηλώσει, αλλά
και άλλες που εκείνη στο πέρασμα του χρόνου είχε βοη-
θήσει να αναπτυχθούν. Έτσι αλλοιώθηκε ο χαρακτήρας
του, κι από ένας συνηθισμένος άνθρωπος έγινε ένας αφέ-
ντης που έδινε διαταγές.