21
T O Π Ι Ο Μ Α Κ Ρ Υ Τ Α Ξ Ι Δ Ι
γλυκοκοιτάζει και πώς έβγαλες τέτοιο συμπέρασμα; Πλα-
κιώτης είναι, ευγενικός, αριστοκράτης…»
«Και γυναικάς, λιγούρης θα συμπλήρωνα εγώ».
«Αυτά εσείς οι άντρες τα βλέπετε, εγώ δεν παρατή-
ρησα τίποτα τέτοιο ούτε και άκουσα να συζητάνε τον
άνθρωπο».
«Ε! Πώς; Πρώτο θέμα συζήτησης ο παλιόγερος στα
καφενεία, μέγας μπήχτης, ένα σωρό παράδες ξοδεύει στις
πουτάνες που του στέλνουν σπίτι του οι τσατσάδες για να
τον ευχαριστήσουν. Αυτές θα του τα φάνε, άκληρος είναι,
ούτε παιδιά έχει ούτε σκυλιά, κανέναν δεν έχει…»
«Ε κι έτσι να είναι, εμάς τι μας νοιάζει, άντρα μου;»
προσπάθησε να κλείσει το θέμα η Μαρία.
«Μπορεί και να μας νοιάζει, πού ξέρεις…» σιγοψιθύ-
ρισε εκείνος, ξύνοντας με αμηχανία τα πυκνά σγουρά
μαλλιά του.
Οοκτάχρονος Κωστής, που είχε αφήσει το μολύβι και
παρακολουθούσε τη συζήτηση, έσπασε την αμηχανία
ρωτώντας τη μάνα του:
«Τι θα γίνει, μαμά, θα φάμε καμιά φορά, πεινάω».
«Μπαμπούλη μου, θα μου πάρεις μπογιές;» φώναξε η
Ελενίτσα σκαρφαλώνοντας στην ποδιά του πατέρα της.
Η Μαρία γύρισε στην κουζίνα, πήρε το μαχαίρι κι
άρχισε νευρικά να καθαρίζει τις πατάτες. Τι ήταν πάλι
αυτά που της είπε ο άντρας της; Άκου, τη γλυκοκοιτάζει
ο Δροσινός!