21
«Δεν είναι πια στη θέση του» ψιθύρισε τρομαγμέ-
νη η γυναίκα.
Ο κόσμος σκοτείνιασε γύρω απ’ τον διευθυντή του
Λούβρου. Ένιωσε μια παράξενη ζαλάδα, σαν να του
κόπηκαν τα πόδια. Άκουγε φωνές γύρω του, υπαλλή-
λους που φώναζαν «Έναν γιατρό! Ο άνθρωπος δεν
είναι καλά!», αλλά όταν προσπαθούσε να μιλήσει η
φωνή δεν έβγαινε. Ήθελε να φωνάξει σ’ όλους ΑΠΟ-
ΛΥΕΣΤΕ αλλά η γλώσσα του είχε μουδιάσει.
Το επόμενο πράγμα που ένιωσε ήταν ένας κουβάς
με παγωμένο νερό που κάποιος πέταξε πάνω του
(και, κατά λάθος, μαζί με το νερό πέταξαν και τον
κουβά). Ούτε κατάλαβε πώς περπάτησε ως την πτέ-
ρυγα όπου βρισκόταν μέχρι σήμερα ο ακριβότερος
πίνακας του κόσμου, το αριστούργημα του Λεονάρ-
ντο ντα Βίντσι.
Η
Τζοκόντα
προστατευόταν τόσο καλά, που τις
τελευταίες δεκαετίες κανείς δεν είχε μπει στον κόπο
να επιχειρήσει να την κλέψει. Τώρα όμως…
Ο τοίχος ήταν άδειος. Εκεί που κάθε μέρα στριμώ-
χνονταν εκατοντάδες επισκέπτες, οι περισσότεροι
τουρίστες με φωτογραφικές μηχανές, εκεί που όλοι
θαύμαζαν την
Τζοκόντα
(αν και μερικοί εξέφραζαν
μεγαλόφωνα την έκπληξή τους που ο πίνακας ήταν
στην πραγματικότητα πολύ μικρότερος απ’ ό,τι τον
φαντάζονταν) τώρα υπήρχε ένα κενό.
«Πείτε μου ότι είναι κάποιου είδους αστείο αυτό»
είπε με βλέμμα ικετευτικό ο ντε Μποτόν στους φύ-
λακες που είχαν ανακαλύψει την κλοπή. «Πείτε
1...,4,5,6,7,8,9,10,11,12,13 15,16,17