[ 13 ]
Ήµουν ενάντιος στη ζωή κατ’αρχήν. Κατά ποίαν αρχήν; Της µαταιό-
τητας την αρχήν. Όλοι ολόγυρά µου το πάλευαν. Εγώ δεν έκανα πο-
τέ µουπροσπάθεια καµιά. Αν παρίσταναποτέ ότι έκαναµιαπροσπά-
θεια, ήταν µονάχα για να ευχαριστήσω κάποιον άλλο· κατά βάθος
δεν έδινα δεκάρα. Κι αν µπορέσεις να µου πεις γιατί θα έπρεπε να
είναι έτσι, και πάλι θα τ’αρνηθώ, επειδή γεννήθηκα στριµµένο άντε-
ρο και τίποτα δεν µπορεί αυτό να το αλλάξει. Μου είπανε αργότερα,
σαν είχα µεγαλώσει, ότι τράβηξαν των παθών τους τον τάραχο για
να µε σύρουν έξωαπό τη µήτρα.Το καταλαβαίνωαπόλυτα αυτό. Και
γιατί να το κουνήσω αποκεί µέσα; Γιατί ν’αφήσω ένα ωραίο, θαλπε-
ρό µέρος, ένα βολικό κονάκι όπου όλα σου προσφέρονται στο
τζάµπα; Η πρώτη ανάµνηση που έχω είναι από το κρύο, το χιόνι και
τον πάγο εκεί στο ρείθρο, την παγωνιά στα τζάµια, την ψύχρα στους
ιδρωµένους πράσινους τοίχους της κουζίνας. Γιατί να ζούνε οι άν-
θρωποι σε αλλόκοτα κλίµατα στις εύκρατες ζώνες, όπως τόσο λα-
θεµένα τις λένε; Επειδή είναι εκ φύσεως ηλίθιοι οι άνθρωποι, εκ
φύσεως κοπρίτες, εκ φύσεως δειλοί. Ώσπου να φτάσω κοντά στα
δέκα, δεν είχα ποτέ µάθει ότι υπάρχουν «θερµές» χώρες, τόποι όπου
δεν ήταν ανάγκη να µοχθήσεις για να ζήσεις, µήτε να τρέµεις από το
κρύοκαι νακαµώνεσαι ότι είναι τονωτικόκαι αναζωογονητικό.Όπου
κάνει κρύο υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν σαν µουλάρια, κι
όταν κάνουν παιδιά διδάσκουν στα παιδιά τους το ευαγγέλιο της
εργασίας – που δεν είναι τίποτα στο βάθος εξόν από το δόγµα της
αδράνειας. Ολαός µου είναι ολότελα βόρειος, νορδικός, που σηµαί-
νει ηλίθιος. Κάθε λάθος ιδέα που µπόρεσε ποτέ ν’ αναπτυχθεί δικιά
του ήταν. Οι άνθρωποι του λαού µου διέδωσαν το δόγµα της καθα-
ρότητας, για να µην πούµε και γι’αυτό της χρηστότητας. Ήσαν οδυ-
νηρά καθαροί. Αλλά µέσα τους έζεχναν. Μήτε µιαφορά δεν άνοιξαν