[ 9 ]
μιλούσε για ταξίδι στον χρόνο. Η Άννα κατέληξε στο συμπέρα-
σμα ότι προφανέστατα χρειαζόταν βοήθεια · ίσως έπρεπε να τον
κλείσουν σ’ ένα από εκείνα τα μέρη που είχαν τοίχους με μαλα-
κή επένδυση και χαλαρωτική μουσική. Ακόμα περισσότερες
καρέκλες άρχισαν να τραβιούνται με θόρυβο πάνω στο δάπεδο.
Όπως όλα έδειχναν, η αξιολύπητη παράσταση του σαλεμένου
είχε ήδη τελειώσει. Τον λυπήθηκε σχεδόν.
«Μη φεύγετε!» φώναξε ο Γουολντστάιν. «Σας παρακαλώ!
Μείνετε στις θέσεις σας!» Τα βήματα σταμάτησαν. «Θα σας
δείξω αμέσως τώρα!»
Πάνω στην αυτοσχέδια σκηνή από στοιβαγμένες ξύλινες πα-
λέτες η Άννα τον είδε να σκύβει μπροστά σ’ ένα πτυσσόμενο
τραπέζι με ασταθή πόδια. Άρχισε να πληκτρολογεί σ’ έναν τα-
λαιπωρημένο και πολυχρησιμοποιημένο φορητό υπολογιστή.
Κάτω απ’ το τραπέζι υπήρχε ένα πράγμα σαν μπακιρένια χύτρα
με καλώδια που έμπαιναν από τη μία κι έβγαιναν από την άλλη,
προτού καταλήξουν σε ένα ψηλό συρμάτινο κλουβί. Η Άννα
άκουσε τον χαμηλό βόμβο του ρεύματος που φόρτιζε την μπα-
κιρένια συσκευή, και τα φώτα της αποθήκης άρχισαν να χαμη-
λώνουν. Τότε μόνο της πέρασε από το μυαλό ότι το μαραφέτι
του βλάκα τραβούσε ρεύμα από την κύρια γραμμή.
Ω Θεέ μου, θα γίνει κάρβουνο. Εδώ. Μπροστά μας!
Ο Γουολντστάιν πέρασε με ζωηρό βήμα πάνω από τα καλώδια
και άνοιξε την πόρτα του κλουβιού. «Περιμένετε και θα δείτε!»
Μπήκε μέσα κλείνοντάς τη με δύναμη και ο θόρυβος αντή-
χησε σε ολόκληρη την αποθήκη. Ο βόμβος δυνάμωνε διαρκώς.
«Κυρίες και κύριοι!» Δυνάμωσε τη φωνή του για ν’ ακουστεί
πάνω από τη φασαρία: «Σε λίγο θα γίνετε μάρτυρες του πρώτου
ταξιδιού στον χρόνο!».
«Κύριε Γουολντστάιν». Η Άννα πήγε μπροστά. «Σας παρα-
καλώ. Πρέπει να σταματήσετε!»
1,2,3 5,6,7,8,9,10,11