G R A E M E S I M S I O N
16
«Όχι, ευχαριστώ, δεν θέλω».
Της εξήγησα λεπτομερώς πώς έχει το πράγμα με τους γευστι-
κούς κάλυκες. Της είπα ότι αν αγόραζα ένα παγωτό μάνγκο και
ένα παγωτό ροδάκινο δεν θα μπορούσε να τα ξεχωρίσει και ότι,
κατ’ επέκταση, και τα δύο θα ήταν ισάξια του βερίκοκου.
«Είναι τελείως διαφορετικά» είπε. «Αν δεν μπορείς να ξεχω-
ρίσεις το μάνγκο από το ροδάκινο αυτό είναι δικό σου πρόβλημα».
Τώρα είχαμε μια απλή αντικειμενική διαφωνία που θα μπο-
ρούσε να λυθεί εύκολα αν κάναμε το πείραμα. Παρήγγειλα και
τις δύο γεύσεις στο πιο μικρό μέγεθος. Αλλά όταν μου έδωσαν τα
παγωτά και γύρισα να πω στην Ελίζαμπεθ να κλείσει τα μάτια της
για να κάνουμε το πείραμα, διαπίστωσα πως είχε γίνει καπνός.
Να χαρώ εγώ «επιστήμονα» ηλεκτρονικών υπολογιστών που «βα-
σίζεται σε αποδείξεις».
Αργότερα, η Κλόντια μου είπε ότι έπρεπε να είχα εγκαταλείψει
την ιδέα του πειράματος πριν φύγει η Ελίζαμπεθ. Προφανώς.
Αλλά σε ποιο σημείο ακριβώς; Πού ήταν τα σημάδια; Κάτι τέ-
τοιες λεπτομέρειες αδυνατώ να τις καταλάβω. Όπως αδυνατώ να
καταλάβω γιατί θεωρείται προαπαιτούμενο σχέσης να έχει κανείς
αυξημένη ευαισθησία σε παράλογες αντιλήψεις αναφορικά με τις
γεύσεις των παγωτών. Λογικά, πρέπει να υπάρχουν γυναίκες που
δεν απαιτούν κάτι τέτοιο, δυστυχώς όμως η αναζήτησή τους είναι
απίστευτα αναποτελεσματική. Η Πανωλεθρία με το Παγωτό Βε-
ρίκοκο μου είχε κοστίσει ένα βράδυ απ’ τη ζωή μου, και η μονα-
δική αποζημίωση ήταν οι πληροφορίες για τους αλγόριθμους
προσομοίωσης.
Δύο μεσημεριανά γεύματα ήταν αρκετά για να κάνω την έρευνά
1,2,3,4,5,6 8,9,10,11,12