Τριλοβίτες - page 5

Τ ρ ι λ ο β ί τ ε ς
[ 19 ]
λόγος που ανατριχιάζω. Η καθαρότερη κούπα είναι του Τζιμ.
Είναι καθαρή γιατί τη χρησιμοποιεί ακόμη, και όμως την κρε­
μούν μαζί με τις υπόλοιπες. Απ’ το παράθυρο τον βλέπω που
διασχίζει τον δρόμο. Η αρθρίτιδα τον έχει γονατίσει. Αναρωτιέ­
μαι πότε θα έρθει και η δική μου ώρα να τα τινάξω, αλλά ο Τζιμ
είναι γέρος, γι’ αυτό ανατριχιάζω βλέποντας την κούπα του στον
γάντζο. Πάω στην πόρτα να τον βοηθήσω.
«Πες την αλήθεια τώρα» λέει και με τσιμπάει στον ώμο με τη
χερούκλα του.
«Δεν γίνεται να την πηδήξω». Τον κρατάω για να ανέβει στο
σκαμπό.
Βγάζω απ’ την τσέπη μου μια στρογγυλωπή πέτρα και την
κοπανάω στον πάγκο, μπροστά στον Τζιμ. Τη φέρνει σβούρα με
τα σταφιδιασμένα του δάχτυλα και την περιεργάζεται. «Γαστε­
ρόποδο» λέει. «Μάλλον της Πέρμιας Περιόδου. Πάλι εσύ κερ­
νάς». Δεν τον νικάω με τίποτα, ξεχωρίζει όλα τα είδη.
«Ακόμη να βρω τριλοβίτη» λέω.
«Έχουν μείνει κάμποσοι, λίγοι. Στην περιοχή τα περισσότερα
πετρώματα σχηματίστηκαν αφότου είχαν χαθεί πια οι τριλοβί­
τες».
Η μικρή γεμίζει την κούπα του Τζιμ και του φέρνει τον καφέ
του. Τη χαζεύουμε να γυρίζει στην κουζίνα κουνιστή και λυγι­
στή. Ωραία μπούτια.
Ο Τζιμ γνέφει προς το μέρος της. «Τα είδες;»
«Θα μας κλείσουν μέσα». Τα ξέρω καλά εγώ τα πιπίνια.
«Γαμώτο, όταν ήμασταν στο Μίσιγκαν με τον μπαμπά σου,
δεκάρα δεν δίναμε αν η γκόμενα ήταν πιτσιρίκα ή σιτεμένη».
«Την αλήθεια πες μου».
«Αυτό που άκουσες. Όμως θέλει να υπολογίσεις καλά την
1,2,3,4 6,7,8
Powered by FlippingBook