Τιμωρός - page 10

T O N Y P A R S O N S
28
ξε πέρα, για να πιάσει κάτι απ’ το πάτωμα. Να το αρπάξει από
τον γιακά και να το ταρακουνήσει.
Ένα παιδί. Ένα νήπιο δύο χρονών ή και μικρότερο. Απ’ το
σημείο όπου στέκαμε γονατιστοί πλάι στη νεκρή αξιωματικό,
διέκρινα τα στρουμπουλά μέρη του σώματος που έχουν όλα τα
μωρά σ’ αυτή την ηλικία. Το καημένο σφάδαζε σαν βασανισμένο
ζώο καθώς ο άντρας το κρατούσε σε απόσταση απ’ το κάγκελο
του μπαλκονιού.
Στον τέταρτο όροφο.
Δεκαπέντε μέτρα πάνω απ’ το γυμνό τσιμέντο.
Ο άντρας κάτι φώναζε. Η γυναίκα στο πλευρό του έκλαιγε κι
εκείνος, χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει, τη χτύπησε στο πρόσωπο
με το κοντάκι της μαύρης κυνηγετικής του καραμπίνας. Η γυναί-
κα πισωπάτησε τρεκλίζοντας.
Κι άξαφνα το παιδί βρέθηκε να πέφτει στο κενό.
Η γυναίκα ούρλιαξε.
«Ανοίξτε πυρ!» φώναξε κάποιος.
Ένας πυροβολισμός ακούστηκε από κάπου κοντά στον σβέρ-
κο μου, και μονομιάς ένας αιμάτινος πίδακας ξεχύθηκε από μια
τρύπα στον λαιμό του άντρα στο μπαλκόνι. Μα δεν έπεσε. Τρε-
κλίζοντας προς τα πίσω, πέρασε μέσα απ’ την τζαμόπορτα, και
καθώς χάθηκε στο εσωτερικό του σπιτιού σκέφτηκα πόσο εύ-
θραυστοι είμαστε, πόσο εύκολα σπάμε, πόσο κοντά στην κατα-
στροφή βρισκόμαστε ανά πάσα στιγμή.
Κι έπειτα βάλθηκα να τρέχω, με τα παπούτσια μου να γλι-
στρούν στο παγωμένο γκαζόν, μια κραυγή για βοήθεια στον Θεό
να ξεπηδάει απρόσκλητη απ’ τα χείλη μου, και τα χέρια μου να
απλώνονται για να πιάσουν το παιδί που έπεφτε.
Μα η απόσταση που μας χώριζε ήταν υπερβολικά μεγάλη, και
εκ των πραγμάτων ο χρόνος δεν αρκούσε, και το παιδί συνέχισε
να πέφτει, να πέφτει στο κενό.
1,2,3,4,5,6,7,8,9 11,12
Powered by FlippingBook