Το πιο μακρύ ταξίδι - page 9

15
T O Π Ι Ο Μ Α Κ Ρ Υ Τ Α Ξ Ι Δ Ι
σα αίμα να στήσω εκείνο το μαγαζί δουλεύοντας ατέ-
λειωτες ώρες δίπλα του».
ΗΜαρία άπλωσε το χέρι πάνω στο τραπέζι πιάνοντας
το δικό του. «Καλά μη στεναχωριέσαι, δεν μπορεί, θα
υπάρχει λύση. Θα τα καταφέρουμε, εν ανάγκη θα πιάσω
κι εγώ δουλειά».
Κάτω απ’ το χέρι της, εκείνος έσφιξε νευρικά το δικό
του, τσαλακώνοντας το χαρτί με τους λογαριασμούς. «Δεν
είμαστε με τα καλά μας. Εγώ είμαι αυτός που έχει υποχρέ-
ωση να σας ταΐζει και να σας φροντίζει σ’ αυτό το σπίτι.
Εσύ το νοικοκυριό, τα παιδιά σου και τα βράδια τον άντρα
σου. Άκου να δουλέψεις; Να τριγυρνάς από δω κι από κει.
Και τι δουλειά είχες κατά νου να κάνεις, Μαρία μου, δου-
λικό σε σπίτια ή δαχτυλογράφος μια και είσαι γραμματι-
ζούμενη; Είναι, βλέπεις, και τα βιβλία. Αυτά θα μας δώσουν
τη λύση; Και μια και το έφερε η κουβέντα τι τα θέλεις
τόσα βιβλία και περιοδικά που στοιβάζεις κάτω απ’ το
κρεβάτι, καις και τη λάμπα τόσες ώρες τα βράδια;»
Πικραμένη από τα λόγια του, σηκώθηκε, τον πλησία­
σε από πίσω, και σε μια τελευταία προσπάθεια να τον
μαλακώσει, άπλωσε τα δυο της χέρια να τον αγκαλιάσει
όπως παλιά, τότε που τον γνώρισε και τον ερωτεύτηκε.
Ένιωθε πως εδώ και καιρό είχε χάσει τον άντρα της.
Ήταν βέβαια μαζί της τα βράδια, αλλά την ημέρα ελά-
χιστα τον έβλεπε. Παρέμενε αμίλητος και σπάνια έδινε
απαντήσεις στα ερωτήματά της. Συνήθως επικρατούσε
μια βαριά σιωπή που αργά και σταθερά είχε κτίσει έναν
τοίχο ανάμεσά τους.
***
1,2,3,4,5,6,7,8 10,11,12,13,14,15,16
Powered by FlippingBook