Æ Í¼ÏÆ Êν ÌÂÊ ÎÆ Ç×Ï¡ÛÐÚÏ ¢ÆÚÓÊ̽ ÊÂÕ¾ ¡ÓÂÈÆ ÂÍ½ÖÆÊ ƾÏÂÊ Ñר Õ ¼Ù× ¿ÍÂ
ÉÍÊ¡ÓÊÌÂ ÏÆÁÓ ½ÓÆÎÂ ÏÆÁÓ Â̿ΠÌÂÊ ÔÙÐÍÊÌ¡ ÏÆÁÓª ÚÕ¿ ¿Îר ÔÉÎÂ¾ÏÆÊ ÑÓÐÔ×ÑÊÌ¿ÕÉÕÂ
¡Ï× ÂѶ ¿Í ¼Ù× ÇÊÍÐÅÐË¾ÆØ ÌÂÊ ¿ÏÆÊÓ ÌÐÍÐÁÖÉÔ¼ ÎÆ ¾ÈÐÚÓ ÖÂ ÈÆÍ¡ÔÆÊØ Õ¿ÔÐ ÑÐÍÁ ÑÐÚ ÕÂ
ÏÆÁÓ ÔÐÚ Ö ȾÏÐÚÏ ÌÐÓÅÆÍ¡ÌÊÂ
ÂÊÙϾÅÊÂ ÎÆ ÕÉ
Ê Ï ÎÉ ÃÂÓʼÔÂÊ ÑÐÕ¼
Ê
Î
½
ÕÉ
¢ÆÚ
Ó
Ê̽
Η Μιμή η Νευρική, η Κουκλογιατρός-Φάντασμα, αισθανόταν πιο
διάσημη κι από τη Βασίλισσα της Αγγλίας, πιο διάσημη κι από τον
Σούπερμαν ακόμα!
Διασημοδιασημότερη!
Η Μιμή η Νευρική προσπαθεί με κάθε τρόπο να γίνει διάσημη.
Εσύ; Για ποιο πράγμα θα ήθελες να γίνεις διάσημος ή διάσημη;
Ζωγράφισε ή κόλλησε τη φωτογραφία σου στο πρωτοσέλιδο της
εφημερίδας δίπλα, και γράψε τον δικό σου τίτλο.
Λίγη διασημότητα, παρακαλώ!
Ê¡ÃÂÔÆ ÕÊØ ÑÆÓÊÑ¼ÕÆÊÆØ ÕÉØ
ÊÎ½Ø ÕÉØ ¢ÆÚÓÊ̽Ø
 ÅÊÂÔÌÆÅÂÔÐ ÏÆÚÓÊ¡ÔÆÊØ
Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ο Υ Ν Α Π Ο Τ Ι Σ Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ Μ Ε Τ Α Ι Χ Μ Ι Ο Σ Ε Ο Λ Α Τ Α Β Ι Β Λ Ι Ο Π Ω Λ Ε Ι Α
Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.
– Καιρό είχες να ’ρθεις, Κλουζ, μου είπε ο κύριος Κολχάαζε, ανοιγο-
κλείνοντας το ψαλίδι του επικίνδυνα κοντά στο αριστερό μου αυτί.
Εγώτααγαπώτ’ αυτιάμου. Γι’ αυτόκαι κράτησατηνανάσαμου,ώσπου
νασιγουρευτώότι οκουρέαςμαςθαμου τ’ άφηνεστηθέσητους.
Μετά απάντησα:
– Τελευταία φορά ήρθα πριν από τέσσερις μήνες.
–Τέσσερις μήνες; απόρησε ο κύριος Κολχάαζε.Μα τότε ταμαλ-
λιά σου θα ’πρεπε να ’ναι πολύ πιο μακριά.
– Εδώ που τα λέμε… ναι, παραδέχτηκα.
Και τουδιηγήθηκα την τελευταίαμουυπόθεση. Ακούγοντάς με
ο κύριος Κολχάαζε αφαιρέθηκε τόσο πολύ, που τελικά μου το
’κοψε το αυτί. Ευτυχώς πολύ πολύ λίγο.
Η ιστορίαάρχισε μιαΔευτέρααπόγευμα. Είχα τελειώσει ταμα-
θήματά μου, η μαμά είχε παραγγείλει πίτσα, στο ράδιο έπαιζε
Ρόλινγκ Στόουνς και ο Σαμψών, το σκυλί στο διαμέρισμα από
πάνω μας, είχε σταματήσει το γάβγισμα. Με λίγα λόγια, όλα
έδειχναν ότι θα περνούσα έναωραίο βράδυ στη θαλπωρή του
σπιτιού. Κρατούσα στο χέρι μου το τελευταίο κομμάτι πίτσα,
όταν χτύπησε το τηλέφωνο.
Ημαμάκοίταξε τορολόι στον τοίχο της κουζίνας. Ήταν εξίμισι.
– Άντε να το σηκώσεις, είπε. Για σένα είναι, σίγουρα.
Όταν απάντησα, μια κοριτσίστικη φωνή έφτασε στο αυτί μου
από την άλλη άκρη της γραμμής:
– Είσαι ο Κλουζ, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ;
– Είμαι, είπα.
– Έλα στην οδό Ρόον, στο 17. Αμέσως! είπε η φωνή.
– Και γιατί να έρθω; ρώτησα εγώ.
– Είναι ανάγκη. Είμαι…
Ξαφνικάηφωνήκόπηκε. Άκουσαμιαπνιγμένηκραυγή, μετάέναχτύ-
πημα. Μ’ έλουσε κρύος ιδρώτας.
– Εμπρός! φώναξα στο ακουστικό. Εμπρός! Τι έγινε; Μ’ ακούς;
Απόλυτη σιωπή. Το επόμενο δευτερόλεπτο κόπηκε και η γραμμή·
κάποιος είχε κλείσει το τηλέφωνο.
Είμαι ντετέκτιβ. Έχουν δει πολλά ταμάτιαμου. Δεν τρομάζωεύκολα.
Κι όμως: τώρα τα γόνατά μου έτρεμαν. Κυριολεκτικά.
Εκείνη τηστιγμή εμφανίστηκε ημαμάμουστην πόρτα τουσαλονιού.
– Ποιος ήταν; ρώτησε.
Αν της έλεγα τι ακριβώς είχε συμβεί, θα ειδοποιούσε αμέσως την
αστυνομία. Κι αυτό δεν το ήθελα. Δεν το ήθελα καθόλου. Διότι φυσι-
κά εγώήθελα να βρωμόνος μου την άκρη και να μάθω τι είχε συμβεί
με το κορίτσι που με είχε πάρει τηλέφωνο.
– ΟΜίχαελ ήταν, είπα ψέματα.
– ΟΜίχαελ ο συμμαθητής σου;
Έγνεψα καταφατικά.
– Να πάω λίγο σπίτι του; ρώτησα.
– Να πας, είπε η μαμά. Αλλά μην αργήσεις! Ως τις οχτώμισι, ούτε λε-
πτό παραπάνω!
ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΡΩΤΟΣ/Η THN AΡΧΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ ΚΛΟΥΖ
TH NYXTA ΟΛΕΣ OI ΦΑΛΑΚΡΕΣ ΕΙΝΑΙ ΜΠΛΕ
Ζήτησε τον Μάιο
στο βιβλιοπωλείο
της γειτονιάς σου
τη νέα ιστορία
του Ντετέκτιβ
Κλουζ.