Το μάτι του ψαριού - page 6-7

ΑΣΧΗΜΑ ΝΕΑ
7
6
ΛΕΝΑ ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ
πολύ γέλιο. Κόντεψε να γίνει ένα με το πάτωμα. Έφαγε στην κυρι-
ολεξία μέρος της πολυθρόνας, δάγκωσε χαλί και κραύγασε από τα
βάθη της κοιλιάς του. Και συνέχισε απτόητος γελώντας με την ψυ-
χή του.
Και η Ντίνα προχτές μου είπε μήπως κάνουμε χωριστά διακοπές τα Χρι-
στούγεννα. Να πήγαινα εγώ με τους κουμπάρους στο Καρπενήσι, για να μη
φάω στη μάπα τους δικούς της. Αλλά ότι εκείνη έπρεπε να πάει Χριστούγεν-
να στους γονείς της, γιατί
ποιος ξέρει;
μπορεί να ήτανε και τα τελευταία τους
Χριστούγεννα. Γιατί ο πατέρας της είχε όλο κάτι πονάκια τελευταία και πά-
θαινε ιλίγγους, χαχαχαχαχα. Αχ, Παναγία μου, σε καλό μας. Χαχαχαχαχαχα.
Σε καλό μας, ρε γιατρέ, σήμερα.
Ογιατρός δενμπόρεσε νακρατηθεί άλλο. Άρχισε κι αυτός να ελευ-
θερώνεται, άρχισε κι αυτός να γελάει. Στην αρχή με το στόμα κλειστό
και μόνο ανεβοκατεβάζοντας τη χοντρή του κοιλιά. Σιγά σιγά όμως
άφησε το γέλιο του ελεύθερο, έλυσε και τη γραβάτα του, και άρχισε
να κοπανάει τα χέρια του στο γραφείο του γελώντας σαν τρελός.
Ακούς, γιατρέ
, συνέχισε ο Μένιος με δάκρυα στα μάτια από τα
γέλια.
Λέει η Ντίνα χτες, να φροντίσω, λέει, κι αυτά τα ένσημά μου, να δούμε
μήπως καταφέρω να πάρω τη σύνταξη πριν από τα εξήντα μου · αχ, Παναγία
μου, χαχαχαχαχαχα, σε καλό μας σήμερα, ρε γιατρέ
.
Ο Μένιος είχε πέσει στο πάτωμα και κοπανούσε το κεφάλι του
πάνω στη δερμάτινη πολυθρόνα.
Ο ψυχίατρος, ο κύριος Αργυρόπουλος, είχε χωθεί ολόκληρος
κάτω από το γραφείο του και κόντευε να πάθει ασφυξία από το πολύ
γέλιο. Δεν μπορούσε να πάρει ανάσα. Διπλωμένος στα δύο, πού και
πού μόνο έλεγε ουρλιάζοντας:
Να ’σαι καλά, ρε Μένιο, να ’σαι καλά, ρε
αγόρι μου
.
Και με το που συνειδητοποιούσαν και οι δύο αυτή τη φράση του
γιατρού, ξεραίνονταν στο γέλιο και στην τσιρίδα.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ
κατάφερε τελικά να επιβληθεί στον εαυτό του, σκούπισε τα μάτια
του, κάθισε πάλι κανονικά στην πολυθρόνα του και σοβαρεύτηκε
οριστικά, περισσότερο από τύψεις προς τον γιατρό του, ο οποίος ανά
δευτερόλεπτο, καθ’ όλη τη διάρκεια αυτού του θεάματος, άλλαζε
χρωματισμό στο πρόσωπό του και ταυτόχρονα, ο καημένος, ολό-
κληρη την παλέτα των τικ που μπορεί να σχηματίσει ένα ανθρώπι-
νο προσωπείο. Κουνιόταν το γυαλί, πετάριζε το αυτί, έφευγε το
αριστερό χείλος να πάει να ενωθεί με το μάτι, ρουθούνιζε η μύτη,
μάκραινε ο κυνόδοντας προς το πιγούνι και ο ώμος του ανεβοκατέ-
βαινε αλάΜητσοτάκη. Ο άνθρωπος πραγματικά είχε γίνει ένα είδος
μούλτι, ένα μπλέντερ · αν υπήρχε τρόπος να του χώσεις διάφορα
υλικά μέσα στο κεφάλι, κρεμμύδια, σκόρδα, ρεβίθια, μαϊντανό, ξη-
ροκάρπια, λάδια κ.λπ., μετά από ελάχιστη ώρα θα έβγαινε μέσα από
το στόμα του μια βελούδινη κρέμα μους ακριβού εστιατορίου.
Ο Μένιος πίεσε τον εαυτό του να συνειδητοποιήσει επιτέλους
την τραγικότητα της περίστασης, μπήγοντας τα νύχια του στα μπρά-
τσα της πολυθρόνας. Έγειρε ελαφρώς το κεφάλι του προς τα κάτω
με ύφος δραματικό, προσπαθώντας να δείξει όσο πιο στενοχωρη-
μένος γινότανε. Προσπάθησε να επικεντρωθεί στην αρνητική πλευ-
ρά της κατάστασής του. Βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της χειρό-
τερης μορφής καρκίνου. Αυτός, ένας νεότατος άνθρωπος. Κι αυτή
ήταν ίσως η τελευταία φορά που καθότανε σε αυτό το ιατρείο. Θα
ερχόντουσαν σιγά σιγά οι φριχτοί πόνοι. Η ταλαιπωρία. Ηαδιαθεσία.
Ζαλάδες. Ατέλειωτα ξερατά. Ο φόβος. Θα έλιωνε μέρα τη μέρα. Θα
έχανε τις δυνάμεις του. Δεν θα μπορούσε να φάει. Και θα πέθαινε
σε κάποιο νοσοκομείο. Σκελετός και τρομαγμένος. Ο Μένιος, με
βαθιά προσήλωση σε όλες αυτές τις μαύρες σκέψεις, κοίταξε τον
γιατρό του με ένα βλέμμα γεμάτο ειλικρινή και βαθύ πόνο, κούνησε
πάνω κάτω το κεφάλι του και αναστέναξε βαριά.
Μ’ αρέσει που σκεφτόμασταν με την Ντίνα να βάλουμε μπρος και για
κανένα παιδί
.
Και, μόλις το είπε αυτό, κόντεψε να του κοπεί η αναπνοή από το
w w w . m e t a i x m i o . g r
1,2-3,4-5 8
Powered by FlippingBook