Μαχαίρι

J O N E S B O 28 λι προς τα πίσω. «Οκέι, άκου τη σύντομη βερσιόν» είπε ο Μπγιορν. «Όταν ήρθα στο Jealousy Bar στις εννιά και τέταρτο το βράδυ, ήσουν σκνίπα. Και μέχρι να σε πάω σπίτι στις δέκα και μισή μιλούσες ακατά- παυστα για ένα και μόνο πράγμα. Έναν άνθρωπο. Μάντεψε ποιον». Ο Χάρι δεν απάντησε, ταρακούνησε το μπουκάλι κι ακολού- θησε με το βλέμμα του τη μοναδική σταγόνα που κυλούσε προς το μέρος του. «Τη Ράκελ» είπε ο Μπγιορν. «Λιποθύμησες στο αμάξι κι εγώ σ’ ανέβασα επάνω, ξεκλείδωσα την πόρτα, σ’ άφησα μέσα κι έφυγα. Αυτά». Από την ταχύτητα με την οποία κυλούσε η σταγόνα ο Χάρι κατάλαβε ότι είχε ακόμη χρόνο μέχρι να φτάσει στα χείλη του. Απομάκρυνε το μπουκάλι από το στόμα και είπε στο τηλέφωνο: «Αυτό ήταν;». «Αυτή είναι η σύντομη βερσιόν». «Μήπως παίξαμε ξύλο;» «Εσύ κι εγώ ;» «Έτσι όπως λες το “εγώ” φαίνεται ότι μάλλον έπαιξα μόνο εγώ. Με ποιον;» «Ας πούμε ότι ο νέος ιδιοκτήτης του Jealousy μάζεψε με- ρικές». «Μερικές; Ξυπνάω κι έχω τρία γδαρμένα δάχτυλα κι αίμα- τα στο παντελόνι μου». «Την πρώτη φορά τον πέτυχες στη μύτη και πετάχτηκαν αίματα παντού. Ύστερα όμως έσκυψε και πέτυχες τον τοίχο. Παραπάνω από μία φορά. Νομίζω ότι και ο τοίχος έχει ακόμη αίματα δικά σου». «Καλά, κι ο Ρίνγκνταλ δεν με χτύπησε;» «Ήσουν τόσο τύφλα, που δεν του πήγαινε η καρδιά, Χάρι. Ο Έισταϊν κι εγώ μπήκαμε στη μέση και σε σταματήσαμε, για να μην τραυματιστείς περισσότερο».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=