Page 4 - 2291_012KP_COVERSOYLTANOS

This is a SEO version of 2291_012KP_COVERSOYLTANOS. Click here to view full version

« Previous Page Table of Contents Next Page »
ΕΝΑ ΤΡΕΝΟ ΤΡΕΧΕΙ ΜΕΣ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ
41
σπόρου αλλά και στις δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου ξεπηδούσαν καινούργιοι
οικισμοί, οικοδομές,, μικρές πόλεις που ενώνονταν η μία με την άλλη.
Λίγο μετά το μεσημέρι είχε σημειωθεί μια δυνατή νεροποντή, από αυτές που
οι κάτοικοι της Πόλης λίγο πολύ τις είχαν συνηθίσει. Ιδίως όταν συνέβαιναν την
άνοιξη. Μέσα στο αδιαπέραστο κρεσέντο της βροχής πρώτα εξαφανίστηκαν οι
κουμπέδες, τα τζαμιά, οι λυγεροί μιναρέδες. Ύστερα χάθηκαν οι μεγάλες γέφυ-
ρες που ένωναν τη Δύση με την Ανατολή. Αραίωσαν οι άνθρωποι στους δρόμους,
τις πλατείες και την αγορά. Κρύφτηκε ο πύργος του Γαλατά, «δραπέτευσαν» ο
Κεράτιος κόλπος και ο Βόσπορος μέσα στο πληκτικό τοπίο της βροχής, έπαψαν
τις παλαβομάρες τους οι αγέρηδες που κάθε τόσο κατέβαιναν από τη μεριά της
Μαύρης θάλασσας και τον έκαναν άνω κάτω. Από το γαλήνεμα των νερών ημέρε-
ψαν τα αμέτρητα ψαροκάικα, οι βαριές δίκωπες βάρκες, οι δυσκίνητες μαούνες
που άλλοτε τέτοια ώρα χτυπούσαν κι έξυναν τα πλαϊνά τους στις βρομισμένες
κι ετοιμόρροπες βαπορόσκαλες της προκυμαίας. Χάθηκε η έντονη μυρωδιά της
ψαρίλας.
Ύστερα, όλως ξαφνικά, όπως είχε αρχίσει, η βροχή έκοψε, ώσπου σταμάτησε
εντελώς.
Από τη μεριά της δύσης ένας ξέπνοος ήλιος πήρε σειρά να χαϊδεύει τα κομψά
πλούσια «γιαλιά», να παίζει κρυφτούλι με τα πολύχρωμα βιτρό που ομόρφαι-
ναν κι αλάφρωναν τα κονάκια των πλούσιων αξιωματούχων, να σκαρφαλώνει
στους μολυβένιους πομπέδες των τζαμιών με τις αυθάδικες κορυφές των μινα-
ρέδων τους.
Άνθρωποι και ζωντανά πλύθηκαν, δροσέρεψαν, πήραν τ’ απάνω τους. Καθά-
ρισαν οι στέγες των σπιτιών από τη σκόνη, φάνηκαν κατακόκκινα τα κεραμίδια,
άρχισαν να παίρνουν χρώμα τα νερά του Bοσπόρου, φάνηκαν οι γέφυρες, χώρισε
και πάλι η Δύση από την Ανατολή. Από τις ανηφοριές της πήραν τον κατήφορο
λάσπη και περιττώματα ανθρώπων και ζώων, γέμισαν οι δρόμοι, πνίγηκαν τα
σοκάκια, βουτήχτηκαν μέσα σ’ αυτά οι άνθρωποι κι άρχισαν να βουλιάζουν και
να γλιστρούν βρίζοντας.
Από το φως του ήλιου ο αέρας ξανάγινε λεπτός και διάφανος.
Για τους επισκέπτες και τους περιηγητές που έφταναν αιώνες τώρα στην
Κωνσταντινούπολη η δύση και η ανατολή του ήλιου, στη διάρκεια της οποίας
«η ελαφρά ως αραχνώδης νυμφικός πέπλος ομίχλη, ήτις περιβάλλει το όλον με
μυστηριώδη τινά γοητείαν, αφίπταται συνεχώς και από στιγμής εις στιγμήν
αποκαλύπτει τας θαυμασίας καλλονάς μιας πόλεως απεράντου και ακαταλύ-
πτου», ήταν ό,τι πιο αξιοθαύμαστο και μοναδικό μπορούσαν να δουν και να
θαυμάσουν σ’ αυτήν.