Page 19 - 2291_012KP_COVERSOYLTANOS

This is a SEO version of 2291_012KP_COVERSOYLTANOS. Click here to view full version

« Previous Page Table of Contents Next Page »
Ο «ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ»
56
σκέφτεται πως αν είναι η ώρα του να περάσει ακόμη και τη γέφυρα του Σιθάρ
την «εζευγμένη υπεράνου του Άδου», μια γέφυρα «λεπτοτέρα τριχός και οξυτέρα
του στόματος ξίφους», θα πρέπει να είναι έτοιμος, αφού πρώτα όμως κάνει όλες
τις απονίψεις που προστάζει ο λόγος του Θεού.
Όταν τον συνέλαβαν, ο τούρκος σουλτάνος ζήτησε να παραμείνει στην Κων-
σταντινούπολη, ν’ αποσυρθεί στο ανάκτορο του Τσιραγκάν όπως έγινε και με
τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Μουράτ, όταν καθαιρέθηκε από τον σουλτανικό
θρόνο. Οι Νεότουρκοι του το αρνήθηκαν. Προς στιγμήν ο Χαμίτ πίστεψε πως θα
τον μετέφεραν κάπου κοντά, στον Άγιο Στέφανο, ένα χωριουδάκι λίγο έξω από
την Πόλη, εκεί όπου υπογράφτηκε η μυστική συνθήκη με τους Ρώσους με το που
έγινε σουλτάνος, αλλά ούτε κι αυτό συνέβη. Όταν ρώτησε ποιος θα ήταν ο τό-
πος εξορίας του, δεν πήρε καμιά απάντηση. Ο Χαμίτ πρότεινε να τον πάνε στην
Κύπρο και μόνο τότε του είπαν ότι απόφαση του κομιτάτου ήταν να σταλεί στη
Θεσσαλονίκη, στη μήτρα, τη μάνα της επανάστασης, απ’ όπου είχε ξεκινήσει όλη
η ιστορία με τους Νεότουρκους.
Παρά τη ζάλη που τον διακατέχει ο Χαμίτ προσπαθεί να σκεφτεί λογικά.
Σύμφωνα με όσα είχε ακούσει και διαβάσει, σε περιπτώσεις σαν τη δική του η
δολοφονία του ηγέτη γίνεται όταν ακόμη τα πράγματα είναι σε εξέλιξη, άγρια,
και ζητούν να πάρουν εκδίκηση. Το ότι κατάφερε να αποφύγει κάτι τέτοιο είναι
καλό σημάδι. Από εδώ και πέρα κάθε λεπτό που περνάει τον απομακρύνει από
το θάνατο. Ακόμη και το γεγονός ότι τον μεταφέρουν σε άλλο τόπο, έστω και μ’
αυτούς τους λίγους της συνοδείας του, είναι ένα σημάδι ότι γλίτωσε, ότι τα πράγ-
ματα δεν μπορεί να γίνουν χειρότερα.
Όταν οι δικοί του τον ενημέρωσαν για την επικράτηση του επαναστατημένου
στρατού και των αξιωματικών του κομιτάτου, πίστεψε πως είχε έρθει το τέλος κι
ετοιμάστηκε να το δεχτεί με προσευχές και δεήσεις προς τον Προφήτη και Θεό
του. Η συνέχεια, όσο οδυνηρή κι αν ήταν, τον εξέπληξε ευχάριστα, αφού ήταν
ακόμη ζωντανός, ανέπνεε, σκεφτόταν και, το κυριότερο, μπορούσε να ελπίζει. Πού
ξέρεις, συλλογίζεται τώρα ο Χαμίτ, μπορεί εκείνος ο άχρηστος ο αδελφός μου,
ο χοντρο-Ρεσάτ, όχι μόνο να μην τα καταφέρει αλλά και να δυσκολέψει ακόμη
περισσότερο τα πράγματα και να έρθουν οι επαναστάτες να προσπέσουν πάλι
στα πόδια μου.
Στη σκέψη αυτή ο άλλοτε σουλτάνος νιώθει ένα κύμα γαλήνης να τον συ-
νεπαίρνει. «Ίσως γι’ αυτό δεν με σκότωσαν» ψιθυρίζει. «Επειδή μπορεί να με
ξαναχρειαστούν!»
Γύρω του όλοι έχουν ζαρώσει και μερικοί δείχνουν να κοιμούνται. Όσοι επι-
τράπηκε να τον ακολουθήσουν στην εξορία. Δύο θυγατέρες του, δύο από τους
αγαπημένους του γιους, τρεις από τις χανούμ καντίν, τις επίσημες γυναίκες του,