Αυτοί που επέζησαν

J A N E H A R P E R 12 πελάκι για να της προστατεύει τα μάτια από τον ήλιο καθώς λαγοκοιμόταν. Σε ηλικία τριών μηνών, η Όντρεϊ είχε αρχίσει να βαραίνει. Μετατόπισε το βάρος του μωρού στην αγκαλιά του και, αγνοώντας τον ήπιο πόνο στους ώμους και το κρύο στα πόδια του, κοίταξε τον ορίζοντα και την άφησε να συνεχίσει τον ύπνο της. Η Όντρεϊ δεν ήταν η μόνη που είχε αποκοιμηθεί βαριά. Στην παραλία, ο Κίρεν έβλεπε τη σύντροφό του ξαπλωμένη ανάσκε- λα, κανονικά ντυμένη, με το ένα χέρι πάνω στα μάτια και το στόμα μισάνοιχτο. Η Μία είχε ακουμπήσει το κεφάλι της σε μια τυλιγμένη πετσέτα και τα μαλλιά της ήταν απλωμένα στην άμμο σαν μεγάλη μαύρη βεντάλια. Μπορούσε να αποκοιμηθεί οπουδήποτε τον τελευταίο καιρό, όπως και ο ίδιος άλλωστε. Δεν υπήρχε σχεδόν κανείς άλλος τριγύρω. Νωρίτερα είχαν περάσει δύο έφηβοι που δεν του θύμιζαν κάτι, πιασμένοι χέρι χέρι και ξυπόλυτοι, και πιο πέρα στην παραλία μια νεαρή κο- πέλα έψαχνε στην άμμο εκεί που έσκαγε το κύμα από την ώρα που είχαν φτάσει. Στο απόγειο του καλοκαιριού, οι παραθερι- στές ήταν τουλάχιστον διπλάσιοι από τους εννιακόσιους μόνι- μους κατοίκους του Έβελιν Μπέι, αλλά τώρα οι περισσότεροι είχαν φύγει, καθώς η αληθινή ζωή του καθενός τον καλούσε στην ηπειρωτική χώρα κι ακόμα παραπέρα. «Γεια!» Μια γνωστή φωνή έκανε τον Κίρεν να γυρίσει. Ο άντρας ερχόταν από ένα από τα πλαϊνά μονοπάτια που συνέδεαν μια σειρά ανεμοδαρμένα παραθαλάσσια εξοχικά με την αμμουδιά. Χαμογελώντας εγκάρδια, ανασήκωσε το ταλαιπωρημένο σακί- διό του ψηλότερα στον ώμο του. Στα πόδια του τριγύριζε ένας μεγαλόσωμος σκύλος απροσδιόριστης ράτσας, του οποίου το μέγεθος και το ατημέλητο ξανθοκάστανο τρίχωμα τον έκαναν να μοιάζει ανησυχητικά με τον ιδιοκτήτη του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=