Γραφικός χαρακτήρας

12 ΝΊΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΌΠΟΥΛΟΣ μάμαι − μονάχα τον νεροχύτη από σκούρο γκρι μωσαϊκό και το αίμα και τα δόντια που έφτυνα. Θυμάμαι και τον οδοντίατρο, όπου με πήγαν αμέσως μετά,που με διαβεβαίωνε πως δεν είχα να φοβηθώ τίποτε και πως ήθελε να ρίξει μονάχα μια ματιά. Με τα πολλά τον πίστεψα και άνοιξα το στόμα μου. Έπιασε το τελευ- ταίο δόντι που κρεμόταν από ένα ματωμένο νηματάκι και το τράβηξε. Ήταν το ένατο. Επτά απ’ αυτά ήταν νεογιλά. Οι δύο κάτω κοπτήρες −τα πρώτα κανονικά δόντια που είχα βγάλει− δεν θα ξα- νάβγαιναν ποτέ, είπε. Αλλά ήμουν μικρός, μας καθησύ- χασε. Τα καινούργια δόντια θα έρχονταν από μόνα τους στη θέση τους. Χρόνια αργότερα,αφηγήθηκα αυτή την ιστορία σ’ έναν φίλο που είχε μπει στην Οδοντιατρική. Έτσι είναι, τα δό- ντια μεταναστεύουν , μου είπε, και πολύ μου άρεσε ο όρος. Έτσι κι έγινε. Τα δόντια μετανάστευσαν και κάλυψαν κάπως το κενό. Οι εμιγκρέδες κυνόδοντες μου άφησαν μονάχα ένα σφύριγμα στο σίγμα πότε πότε. Σκέφτομαι συχνά χαμογελώντας πως ό,τι και να πω, ο απόηχος του παρελθόντος θα βρίσκει πάντα τρόπο να τρυπώνει ανάμεσα στα λόγια μου.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=