Ζώνη Σιωπής

37 Ζ Ω Ν Η Σ Ι Ω Π Η Σ τον ώμο του. «Οι διασώστες ήθελαν να της δώσουν ηρεμιστικό, όμως αρνιόταν να πάρει οτιδήποτε. Μπορούμε να τους φέρου­ με πάλι, αν–» «Συνεχίστε να προσπαθείτε. Δεν θέλω να πάρει ηρεμιστικό αν είναι δυνατόν, τουλάχιστον μέχρι να της μιλήσουμε. Θα ρίξουμε πρώτα μια ματιά στον τόπο του εγκλήματος. Οι υπό­ λοιποι βρίσκονται καθ’ οδόν. Αν έρθει ο ιατροδικαστής, πείτε του ότι μπορεί να περιμένει εδώ, όμως βεβαιωθείτε ότι τα παιδιά από το νεκροτομείο και οι τεχνικοί του Εγκληματολο­ γικού θα μείνουν σε απόσταση ώσπου να μιλήσουμε με την αδερφή – μια ματιά να τους ρίξει, και θα φλιπάρει για τα καλά. Κατά τ’ άλλα, κρατήστε την εκεί που βρίσκεται, κρατή­ στε τους γείτονες εκεί που βρίσκονται, κι αν τύχει να δείτε κανέναν να περιφέρεται, κρατήστε τον επίσης εκεί που βρίσκε­ ται. Έγινα κατανοητός;» «Απόλυτα» είπε ο ένστολος. Θα χόρευε και κλακέτες αν του το ζητούσα, τόσο ανακουφισμένος ήταν που κάποιος άλλος έπαιρνε πάνω του την ευθύνη. Καταλάβαινα ότι λαχταρούσε να βρεθεί στην παμπ της γειτονιάς του και να κατεβάσει μο­ νορούφι ένα διπλό ουίσκι. Εγώ, πάλι, δεν ήθελα να βρεθώ πουθενά αλλού παρά μόνο στο εσωτερικό εκείνου του σπιτιού. «Γάντια» είπα στον Ρίτσι. «Και ποδονάρια». Έβγαζα ήδη τα δικά μου από την τσέπη μου. Ψαχούλεψε για τα δικά του και πήραμε το δρομάκι που οδηγούσε στο σπίτι. Ο μακρινός βουερός βρυχηθμός της θάλασσας ξεχύθηκε να μας συναντήσει καταπρόσωπο, σαν καλωσόρισμα ή σαν πρόκληση. Πίσω μας εκείνες οι τσιρίδες συνεχίζονταν σαν σφυριές.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=