Χωρίς τη μητέρα μου

[ 20 ] στήριο επισκευών για ηλεκτρικές σκούπες –το κοµµωτήριο της Ντορίν λεγόταν τότε, τώρα λέγεται Βίλατζ Σαλόν– και είπα στην Ντορίν κοιτώντας την κατάµατα στον καθρέφτη για να είµαι από- λυτα σαφής: “Πάρε τα λιγάκι, σε παρακαλώ, µόνο ένα δυο εκατο- στά” και καθώς µε κούρευε δεν πρόσεχα, διάβαζα ένα αστυνοµικό – της Μέρι Χίγκινς Κλαρκ ήταν νοµίζω. Ξέρετε πόσο συναρπαστικό είναι το γράψιµό της, άµα το πιάσεις δεν µπορείς να τ’αφήσεις από τα χέρια σου…αν και το τέλος ήταν κάπως σαχλό…Τέλος πάντων, κάποια στιγµή σηκώνω, που λέτε, το κεφάλι και κοιτιέµαι στον κα- θρέφτη, και τι να δω…Αχ, πάνε τα µαλλάκια µου, καλέ! Εγώ ήµουν αυτό το αξιοθρήνητο, κοκαλιάρικο πλάσµα; Σαν οπόσουµ ήµουν, σαν ιγκουάνα! Έβαλα τα κλάµατα και τις φωνές, τι να σας πω!“Ωχ! Τι έκανες εκεί; Σαν αερικό µ’ έκανες, εγώ είµαι τριάντα εφτά χρονών , δεν είµαι κανένα παιδάκι!” Και η Ντορίν µε κοιτάζει µε τα µυωπικά µάτια της κι είναι σαν να µε βλέπει πρώτη φορά και τώρα καταλα- βαίνει, κορίτσια, ότι έτσι έχουν τα πράγµατα. Τώρα καταλαβαίνει ότι η πελάτισσά της δεν είναι παιδί! Ακόµη δεν το χωράει το µυαλό µου! Τι σκεφτόταν άραγε αυτή η γυναίκα; Βέβαια δεν ήµουν τακτι- κή πελάτισσα στο κοµµωτήριό της, αλλά αν είχε µάτια θα ’βλεπε, αν είχε µυαλό θα καταλάβαινε, δεν ήµουν κάνα παιδάκι για να µε κου- ρέψει έτσι, σαν αερικό µ’έκανε σας λέω! Και λοιπόν µου λέει η Ντο- ρίν – κι ήταν τόσο βαθιά η σκέψη της που τώρα, καθώς µου µιλού- σε, µασούσε πιο αργά την τσίχλα της: “Με το συµπάθιο, µαντάµ, αλλά δεν µπορώ να τα µακρύνω τώρα, εντάξει; Όµως τα µαλλιά µακραίνουν, σας το εγγυώµαι”. Γελάσαµε. Πάντα γελούσαµε µε αυτήν τη διήγηση για το κού- ρεµα αλά αερικό. Περίµενα να συνεχίσει –γιατί υπήρχε και επίλογος στην ιστο-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=