Το τελευταίο πάρτι

Τ Ο Τ Ε Λ Ε Υ Τ Α Ι Ο Π Α Ρ Τ Ι 27 τικό μήνυμα, ο σφυγμός της δυναμώνει. Βγάζει το κινητό από τη φόρτιση. «Πρέπει να φύγω». «Μα μόλις ήρθες!» «Το ξέρω, αλλά…» Η Φιόν πετάγεται πάνω για να πάρει μια καθαρή μπλούζα από την απλώστρα, αναρωτιέται αν μπορεί να αρπάξει κι ένα σουτιέν χωρίς να το προσέξει η μαμά. Μισή ντουζίνα κάλτσες πέφτουν από το ράφι· η μία από αυτές προ- σγειώνεται αριστοτεχνικά στο δοχείο με τον χυλό. «Φιόν Μόργκαν!» Τριάντα χρονών, με έναν γάμο κι ένα στεγαστικό δάνειο στις πλάτες της κι όμως η πετσέτα της μαμάς παραμένει υπολογί- σιμη δύναμη. Για δεύτερη φορά μέσα σε δύο ώρες η Φιόν θα αποχωρήσει βιαστικά. Καθώς απομακρύνεται, η εξάτμιση του αυτοκινήτου βήχει σε ένδειξη διαμαρτυρίας· εκείνη πληκτρολογεί τα νούμερα με το ένα χέρι ισορροπώντας το κινητό της στη θέση του συνοδηγού. Φεύγοντας από την πόλη προσπερνά ένα αυτοκίνητο: ένα καλο- ντυμένο ζευγάρι καθ’ οδόν για επίσκεψη στην οικογένεια, τρία βαριεστημένα παιδιά στο πίσω κάθισμα. Ο οδηγός γέρνει προς την κόρνα και κολλάει πίσω από το αμάξι της Φιόν θέλοντας κάτι να αποδείξει. «Μία;» λέει η Φιόν όταν βγαίνει ο τηλεφωνητής. Πατάει τέρμα το γκάζι. «Η Φι είμαι». Ο σφυγμός της βουίζει στους κροτάφους. «Αν σε ρωτήσει η μαμά πού ήμουν χθες βράδυ, πες της πως ήμασταν μαζί».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=