Το ημερολόγιο ενός κλέφτη

Τ Ο Η Μ Ε Ρ Ο Λ Ο Γ Ι Ο Ε Ν Ο Σ Κ Λ Ε Φ Τ Η 13 θορυβώδη σόλα των ξυλοπάπουτσων, η κορμοστασιά του βα- ρυποινίτη παραπαίει κάπως, πάντα. Ανοήτως, η ράχη του λυγίζει ξάφνου μπροστά από ένα καρότσι. Κι όταν βλέπουν έναν δεσμοφύλακα, οι κατάδικοι κατεβάζουν το κεφάλι και κρατούν στο χέρι το μεγάλο ψάθινο καπέλο –που πόσο θα ’θελα οι πιο νέοι να το στόλιζαν μ’ ένα κλεμμένο τριαντάφυλ- λο που τους έδωσε ο δεσμοφύλακας– ή τον φαιόχρωμο μπερέ από σαγιάκι. Παίρνουν μια πόζα αξιοθρήνητης ταπεινότη- τας. (Μα όταν τους χτυπούν, κάτι μέσα τους σίγουρα ατσα- λώνεται: ο δειλός, ο πανούργος, η δειλία, η πανουργία –έχο- ντας φτάσει στην κατάσταση της πιο σκληρής, της πιο άδολης δειλίας και πανουργίας– σκληραίνουν πιότερο επειδή τους τις «έβρεξαν», όπως σκληραίνει το μαλακό σίδερο που το βρέ- χουν στο νερό.) Κρατιούνται πεισματικά από τη δουλοπρέ- πεια, μα τι σημασία έχει; Χωρίς να παραμελώ τους δύσμορ- φους ή τους σακάτηδες, η τρυφερότητά μου προορίζεται να στολίσει τους πιο ωραίους εγκληματίες. «Το έγκλημα» λέω μέσα μου «έπρεπε να διστάσει πολύ για να πετύχει το ιδανικό αποτέλεσμα στο πρόσωπο του Πιλόρζ ή του Ηλιάγγελου». Και, για να τους αποτελειώσει (τι σκληρή λέξη!), χρειάστηκε πληθώρα συμπτώσεων: στην ομορφιά του προσώπου τους, στη ρώμη και στη χάρη του κορμιού τους έπρεπε να προστεθούν η ροπή προς το έγκλημα, οι περιστά- σεις που πλάθουν τον εγκληματία, το ηθικό σθένος που μπο- ρεί ν’ αποδεχτεί ένα τέτοιο πεπρωμένο ∙ τέλος, η τιμωρία, η σκληρότητά της, το εγγενές χαρακτηριστικό που επιτρέπει στον εγκληματία να λάμψει και, πάνω απ’ όλα, οι ερεβώδεις τόποι. Αν ο ήρωας πολεμά με τη νύχτα και την κατατροπώνει, τότεας κρέμονται πάνωτου τακουρέλια της.Οίδιος δισταγμός,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=