Τα κύματα του Βοσπόρου (Μεταίχμιο Pocket)

[ 13 ] 1926 Έ βρεχε ασταμάτητα εκείνη την πρώτη Κυριακή του Σεπτέμβρη, καθώς η Ευρυδίκη πατώντας ριψοκίνδυνα πάνω στις δανεικές ψηλοτάκουνες γόβες της στο πλημμυρισμένο πεζοδρόμιο έτρεχε να προλάβει τον μεγάλο χορό. Καθώς δεν είχε ούτε ομπρέλα και αφού μάταια προσπάθησε να μείνει ανέπαφη από τη συνεχόμενη ροή, αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα κι άφησε τη βροχή να τη μουσκέψει ως το μεδούλι. Η βροχή έσταζε από τις κα- στανές μακριές μπούκλες στους φαρδιούς ώμους της. Τα μεγάλα κατάμαυρα μάτια της, συνήθως σπινθηροβόλα και γεμάτα εξυπνά- δα, σήμερα χάνονταν στιγμές στιγμές σε μια ακατανόητη για όσους τη γνώριζαν απάθεια. Κάπως έτσι ένιωθε εκείνη την Κυριακή του Σεπτέμβρη, απευαι- σθητοποιημένη, σαν να την είχαν ναρκώσει, χωρίς καμιά απολύτως όρεξη να πολεμήσει για τίποτα και με κανέναν, ούτε ακόμα και με αυτή τη βροχή. Παρά τη βιασύνη της, βράδυνε το βήμα της μπαίνοντας στον δρόμο της αγοράς.Ταπαραδοσιακά κτίρια τουΜπεσίκτας, τουπρώ- του χωριού του Βοσπόρου, απέπνεαν ατμόσφαιρααίγλης και ακμής, μαρτυρώντας τον δυναμισμό της συνοικίας, αλλά και την ισχυρή ελληνική παρουσία. Την εποχή αυτή κατοικούσαν κι εργάζονταν εδώ πολλές εκλεκτές οικογένειες Ρωμιών γιατρών, δικηγόρων και φαρμακοποιών.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=