Ταραγμένα νερά

7 1 Τα ήσυχα νερά της λίμνης ταράζονται Ο Γιάννης Ιωάννου έδεσε στα γρήγορα το φουσκωτό στην ακτή και έτρεξε προς το ξενοδοχείο. Με το κεφάλι συγκρατούσε το κινητό του τηλέφωνο στον ώμο και μιλούσε γρήγορα, κόβοντας τις φράσεις του. Δεν έβλεπε μπροστά του. Έτρεχε, θαρρείς, στα τυφλά. Οι περαστικοί τον κοίταζαν απορημένοι, δεν προλάβαιναν όμως να τον σταματήσουν και να τον ρωτήσουν για ποιον λόγο ήταν τόσο αναστατωμένος. Εκείνη την πρωινή ώρα λίγα παιδιά έπαιζαν στην όχθη, ενώ από μακριά, μάλλον από κάποιο ανοιχτό πα- ράθυρο σπιτιού ή και αυτοκινήτου, ακουγόταν ένα τρα- γούδι, κάτι ανάμεσα σε λυγμό και παράπονο. Στο βάθος διακρίνονταν οι βάρκες, αλλά και τα παραπήγματα όπου κρατούσαν τα απαραίτητα εργαλεία τους οι ψαράδες, από τους οποίους άλλοι καθάριζαν το εσωτερικό των πλεούμενων και άλλοι ετοίμαζαν τα δίχτυα τους για την επόμενη μέρα. Φωνές και τραγούδια έρχονταν και από τα μεγαλύτερα σκάφη που μόλις είχαν δέσει στην ακτή, με τους κατόχους τους να δείχνουν με καμάρι τα γεμά- τα ψάρια καλάθια.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=