Συνωμοσία της φωτιάς (pocket)

1 « Μ ας ακολουθούν» είπε ο Γιουτζίν ΜακΣόρλεϊ. Το Ford Focus αιωρήθηκε για μια στιγμή, ελαφρύ σαν πούπουλο, πάνω από το ύψωμα και ξανάπεσε μ’έναν γδούπο στην άσφαλτο. Οι αναρ­ τήσεις του, που μετρούσαν ήδη οχτώ χρόνια, δεν μπόρεσαν να με­ τριάσουν τους κραδασμούς. ΟΜακΣόρλεϊ είχε το βλέμμα του καρ­ φωμένο στο καθρεφτάκι. Το ασημί Skoda Octavia είχε χαθεί πίσω από τον λόφο που μόλις είχαν περάσει. Τους ακολουθούσε στον στενό επαρχιακό δρόμο από τηνώρα που πέρασαν τα σύνορα στον Βορρά. Ο Κομίσκι στριφογύρισε στη θέση του συνοδηγού. «Δεν βλέπω κανέναν» είπε. «Όχι, στάσου. Σκατά. Μπάτσοι είναι;» «Ναι» είπε ο ΜακΣόρλεϊ. Το Skoda ξαναφάνηκε στον καθρέφτη. Τα τζάμια του ήταν σκουροπράσινα, και ο ΜακΣόρλεϊ δεν μπορού­ σε ναδιακρίνει τους επιβάτες, αλλάσίγουραήταν μπάτσοι. Ηάσφαλ­ τος σκοτείνιαζε από το ψιλόβροχο, που όλο και δυνάμωνε, ενώ πάνω από τα πράσινα χωράφια ο άχρωμος και αδειανός ουρανός κρεμόταν σαν βαρύ γκρίζο σεντόνι. «Χριστέ μου». Ο Χιουζ, στο πίσω κάθισμα, αναστέναξε. «Θα μας σταματήσουν;» «Έτσι φαίνεται» είπε ο Κομίσκι. «Σκατά». ΤοFocusπερνούσεδίπλααπόσειρέςθάμνωνπουδημιουργούσαν κάτι σαν φράχτη. Ο ΜακΣόρλεϊ έλεγχε την ταχύτητά του, προσπα[ 9 ]

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=