Το σημάδιο του σκορπιού

[ 15 ] άντρα με τα πυκνά και κυματιστά μαύρα μαλλιά. O Μοκ ποτέ δεν ξεχνούσε να φέρει μια ανθοδέσμη για τη Μαντάμ και μικρά δώρα για τα κορίτσια, τα οποία τον εξυπηρετούσαν πρόθυμα. Ήταν συ­ γκρατημένος και σιωπηλός, λάτρευε τους γρίφους, το μπριτζ, το σκάκι και τις παχουλές ξανθιές. Τα πάθη του μπορούσε να τα ικανο­ ποιήσει στηςΜαντάμλεΖεφχωρίς κανέναν έλεγχο, κανέναν ενδοια­ σμό και κανέναν περιορισμό. Πήγαινε τακτικά, τις Παρασκευές τα μεσάνυχτα, έμπαινε από την πίσω πόρτα –δεν παρακολουθούσε τις καλλιτεχνικές παραστάσεις– και προχωρούσε κατευθείαν προς το αγαπημένο του δωμάτιο, όπου τον περίμεναν δύο οδαλίσκες. Τον έντυναν με μεταξωτή ρόμπα, τον τάιζαν χαβιάρι και τον πότιζαν κόκκινο κρασί από τον Ρήνο. OMoκ δεν κουνιόταν, μονάχα τα χέρια του δούλευαν πάνω στο αλαβάστρινο δέρμα των οδαλίσκων. Μετά το δείπνο καθόταν με τη μία απ’ αυτές και έπαιζε σκάκι, ενώ η άλλη έμπαινε κάτω από το τραπέζι και έκανε αυτό που είναι γνωστό από τα πανάρχαια χρόνια. Η αντίπαλός του στο σκάκι ήταν καλά εκπαι­ δευμένη, γνώριζε ότι σε κάθε πετυχημένη κίνηση στη σκακιέρα αντιστοιχούσε μια συγκεκριμένη ερωτική στάση. Έτσι λοιπόν, όταν έβγαινε από τη μέση είτε κάποιο πιόνι είτε ο αξιωματικός, ο Moκ σηκωνόταν από το τραπέζι και κατέληγε με την παρτενέρ του στον καναπέ, όπου για μερικά λεπτά εκτελούσαν την ανάλογη στάση. Σύμφωνα με τους κανόνες, τους οποίους είχε ορίσει ο ίδιος ο Μοκ, δεν επιτρεπόταν να ικανοποιήσει τη λαγνεία του όταν κάποια από τις αντιπάλους του έλεγε «σαχ ματ». Αυτό συνέβη μία φορά. Σηκώθηκε τότε από το τραπέζι, πρόσφερε στα κορίτσια από ένα λουλούδι και έφυγε κρύβοντας το θυμό και την απογοήτευσή του κάτω από ένα καραγκιοζίστικο χαμόγελο. Μετά δεν επέτρεψε ποτέ ξανά στον εαυτό του να αφαιρεθεί πάνω στη σκακιέρα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=