Ρουθ

9 1 Με λένε Ρουθ. Μεγάλωσα με τη μικρότερη αδελφή μου, τη Λουσίλ, υπό την κηδεμονία της γιαγιάς μου, της κυρίας Σύλβια Φόστερ. Όταν πέθανε η γιαγιά, μας ανέλαβαν οι κου­ νιάδες της, οι δεσποινίδες Λίλι και Νόνα Φόστερ, κι όταν λάκισαν κι εκείνες, η κόρη της, η κυρία Σύλβια Φίσερ. Γενιές επί γενεών έζησαν σε ένα και μοναδικό σπίτι, το σπίτι της γιαγιάς μου. Το είχε χτίσει για κείνην ο άντρας της, ο Έντμουντ Φόστερ, σιδηροδρομικός υπάλληλος που απέδρασε από τούτο τον κόσμο πολλά χρόνια προτού περάσω εγώ το κατώφλι του. Εκείνος ήταν που μας απόθεσε σε τούτο το απίθανο μέρος. Είχε μεγαλώσει στις Μεσοδυτικές Πολιτείες, σ’ ένα σπίτι που ξεφύτρωνε μέσα από το χώμα· τα παράθυρά του ήταν στο ίδιο ακριβώς επίπεδο με το έδαφος και στην ίδια ευθεία με το βλέμμα, κι έτσι το σπίτι απέξω φάνταζε σαν τύμβος, περισ­ σότερο μνημούρι παρά ανθρώπινο οχυρό, ενώ από μέσα o απόλυτα οριζόντιος κόσμος της κατασκευής στένευε τόσο ασφυκτικά τη θέα, ώστε ο ορίζοντας έμοιαζε να αρχίζει και να τελειώνει στο λειψανάβατο εκείνο σπίτι. Γι’ αυτό ο παππούς μου άρχισε να διαβάζει ό,τι έβρισκε από ταξιδιωτική λογοτε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=