Περί ηρώων και τάφων

Π Ε Ρ Ι Η Ρ Ω Ω Ν Κ Α Ι Τ Α Φ Ω Ν 29 να πέσει, τη μαύρη άβυσσο της ύπαρξής του, που του φώναζαν προσβλητικά λόγια, τον κορόιδευαν κι έκαναν πάνω απ’ τους μπόγους με τα σκουπίδια και τα περιττώματα μια κολασμένη φασαρία με βρισιές και σαρκασμούς. Ένα θέαμα που (κατά τη γνώμη του) θα έπρεπε να δημιουργήσει στους θεατές ένα μείγ­ μα οδύνης και τεράστιας, τερατώδους απόλαυσης, τόσο κωμι­ κοτραγικό ήταν · ένας λόγος εξαιτίας του οποίου αισθανόταν πως δεν είχε το δικαίωμα να εγκαταλειφθεί σ’ έναν απλό θρήνο, ού­ τε μπροστά σ’ ένα πλάσμα σαν την Αλεχάντρα, ένα πλάσμα που φαίνεται πως το περίμενε έναν αιώνα, και σκεφτόταν πως είχε το καθήκον, το επαγγελματικό σχεδόν καθήκον ενός παλιάτσου που του είχε συμβεί η μεγαλύτερη ατυχία, να μετατρέψει εκείνον τον θρήνο σε μια μουτσούνα γέλιου. Καθώς όμως είχε εξομολο­ γηθεί εκείνες τις λίγες λέξεις κλειδιά στην Αλεχάντρα, ένιωθε απελευθερωμένος και για μια στιγμή σκέφτηκε πως η γελαστή μουτσούνα του μπορούσε επιτέλους να μεταμορφωθεί σ’ ένα τεράστιο, σπασμωδικό και τρυφερό κλάμα· πέφτοντας πάνω της σαν να είχε καταφέρει επιτέλους να περάσει την άβυσσο. Κι αυτό θα είχε κάνει, έτσι θα ήθελε να το κάνει, Θεέ μου, αλλά δεν το έκανε: μόλις που έγειρε το κεφάλι στο στήθος και γύρισε για να κρύψει τα δάκρυά του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=