Η παγωμένη πριγκίπισσα

[ 23 ] καταστάσεις που η Άννα είχε δημιουργήσει μόνη της. O Λούκας είχε καταφέρει, με τη σειρά του, να της αφαιρέσει όσο αυθορμητι- σμό και χαρά ζωής είχε μέσα της. Και κυρίως αυτό δεν μπορούσε να του συγχωρέσει η Ερίκα. Το επόμενο πρωί τα γεγονότα της προηγούμενης μέρας έμοιαζαν με ένα κακό όνειρο. Η Ερίκα είχε πέσει σε έναν βαθύ και χωρίς όνει- ρα ύπνο, αλλά αισθανόταν σαν να μην είχε κλείσει καθόλου μάτι. Ήταν τόσο κουρασμένη που την πονούσε ολόκληρο το κορμί της. Το στομάχι της γουργούριζε δυνατά, αλλά, ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά στο ψυγείο, αντιλήφθηκε ότι δεν θα γλίτωνε το δρομολόγιο μέχρι το μίνι μάρκετ της Εύας αν ήθελε να βάλει κάτι στο στόμα της. Το κέντρο της κωμόπολης ήταν έρημο και στην πλατεία Ίν- γκριντ Μπέργκμαν δεν διέκρινες ούτε ίχνος από εκείνη την ακμά- ζουσα εμπορική ζωή της καλοκαιρινής περιόδου. Η ορατότητα ήταν καλή, δίχως ομίχλη ή αχλή, και η Ερίκα μπορούσε να διακρίνει ακόμα και το εξωτερικό ακρωτήρι του νησιού Βαλέ, το οποίο δια- γραφόταν με φόντο τον ορίζοντα και που μαζί με το Κροκχόλμεν σχημάτιζαν ένα μικρό άνοιγμα προς το αρχιπέλαγος. Είχε διανύσει ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής προς την ανη- φόρα του Γκαλερμπάκεν όταν τη συνάντησε. Ήθελε πολύ να την αποφύγει, και το βλέμμα της έψαξε απεγνωσμένα για μια πιθανή διέξοδο. «Καλημέρα» τερέτισε η Έλνα Πέρσον με κυνική φρεσκάδα. «Αχ, κι έλεγα ότι πρέπει να είναι η μικρή συγγραφέας μας αυτή που βγή- κε ν’ απολαύσει την πρωινή λιακάδα». Η Ερίκα μούγκρισε από μέσα της. «Nαι, βγήκα να πάω μέχρι της Εύας να ψωνίσω κατιτίς».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=