Η παγωμένη πριγκίπισσα

[ 22 ] ότι θα έπρεπε να ανησυχούμε για το πώς θα διατηρούμε κι εδώ ένα σπίτι. Άλλωστε, ούτε και για σένα θα είναι ευχάριστο να έχεις σκοτούρες με ένα θηρίο σπίτι στην επαρχία, μια που δεν έχεις οι- κογένεια και τα λοιπά…» Η σιωπή ήταν χειροπιαστή. «Πού θέλεις να καταλήξεις;» Η Ερίκα τύλιξε μια τούφα από τα κατσαρά μαλλιά της γύρω από τον δείκτη του χεριού της, μια συνήθεια που είχε από τότε που ήταν μικρή και η οποία επέστρεφε όταν την έπιανε νευρικότητα. «Nα… O Λούκας πιστεύει ότι πρέπει να το πουλήσουμε. Δεν έχουμε την παραμικρή δυνατότητα να το κρατήσουμε και να το συντηρούμε. Άσε που θέλουμε να αγοράσουμε ένα σπίτι στο Κέν- σινγκτον όταν θα επιστρέψουμε στην Αγγλία, και, όσο καλοπληρω- μένος κι αν είναι ο Λούκας, τα λεφτά από την πώληση θα είναι με- γάλη ανάσα για εμάς. Εννοώ ότι ένα σπίτι στη δυτική ακτή, στην το- ποθεσία που είναι, θα αποφέρει πολλά εκατομμύρια. Oι Γερμανοί κάνουν σαν παλαβοί για θέα στη θάλασσα και θαλασσινό αέρα». Η Άννα συνέχισε την επιχειρηματολογία της, αλλά η Ερίκα θεώ­ ρησε ότι της είχε επιτρέψει να πει πολλά και απίθωσε αργά το ακου- στικό στη βάση του, κλείνοντας τη γραμμή στη μέση μιας πρότα- σης. Το σίγουρο ήταν πως είχε καταφέρει για τα καλά να αποδιώξει τις προηγούμενες σκέψεις της. Πάντα είχε σταθεί στην Άννα περισσότερο σαν μάνα παρά σαν μεγάλη αδερφή. Από τότε που ήταν μικρές την προστάτευε και την πρόσεχε. Η Άννα ήταν ένα πραγματικό παιδί της φύσης, ένας ανε- μοστρόβιλος, που ακολουθούσε πάντοτε τις παρορμήσεις της, δί- χως να σκέφτεται τις επιπτώσεις. Η Ερίκα είχε καταφέρει, περισσό- τερες φορές απ’ όσες μπορούσε να απαριθμήσει, να τη σώσει από

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=