Ο άλλος γιός

13 O Α Λ Λ Ο Σ Γ Ι Ο Σ προς τα μέσα, κάνοντάς τες να ανεμίσουν αθόρυβα. Και μέσα σε όλα αυτά, και το ποδήλατο με τον χαρακτηριστικό ήχο πλήμνης που απομακρυνόταν από την καφετέρια. Ο Εντουάρ- ντο σήκωσε το βλέμμα και παρακολούθησε για λίγο τον ποδη- λάτη, αλλά μετά το έστρεψε ξανά στην εφημερίδα. Ξαφνικά εμφανίστηκε μια εικόνα στο μυαλό του, μια εικό- να του ποδηλάτη. Μια εικόνα που έλεγε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, ότι κάτι έλειπε. Ο Εντουάρντο σήκωσε ξανά το κεφάλι του, ο ποδηλάτης είχε εξαφανιστεί. Το βλέμμα του μετακινή- θηκε στο τραπέζι που εκείνος είχε καθίσει. Τι είχε δει; Του φάνηκε όντως ο άντρας εκείνος πιο μικρόσωμος όταν έφυγε, έλειπε κάτι; Είχε ξεχάσει κάτι; Ένα μπουφάν; Όχι, κάτι άλλο ήταν. Έψαξε καλά στη μνήμη του… Το σακίδιο! Έσκυψε. Ναι, το σακίδιο ήταν εκεί, κάτω από την καρέκλα. Ήταν μαύρο, εκεί, ακίνητο, όπως γίνεται εν γένει με τα σακίδια. Αλλά αυτό εκεί φαινόταν να έχει ζωή. Σαν ο Εντουάρντο να μπορούσε να δει κάτι που δεν γινόταν να δεις, μια ζωή εκεί μέσα που σύντομα θα έκανε το σακίδιο να κινηθεί. Κάτι που το σακίδιο έκανε. Η ταχύτητα σε μια αίσθηση είναι ίσως κάπως μεγαλύτερη από την ταχύτητα του φωτός. Ως εκ τούτου ο Εντουάρντο πρόλαβε να νιώσει για ένα νανοδευτερόλεπτο ευγνωμοσύνη. Μια σύντομη αλλά γεμάτη θέρμη και ένταση ευγνωμοσύνη που το χέρι του Θεού είχε οδηγήσει μακριά τους δύο αγαπημένους γιους του από τούτη την άχρηστη κατάσταση η οποία την ίδια στιγμή τον άρπαξε και κομμάτιασε όλη τη ζωή του. Η θερμότητα από τη βίαιη και ισχυρή έκρηξη ατμοποίησε τα πάντα γύρω του, τον καφέ του, τις πορτοκαλάδες. Αλλά ακόμα και τα σάλια του, τα δάκρυά του, τον ιδρώτα του, το αίμα του, τα σωματικά υγρά του. Όλα εκείνα που μόλις πριν από λίγο ήταν ο Εντουάρντο Γκουσμάν χάθηκαν στο απέραντο τίποτα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=