Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας (Pocket)

[ 13 ] Είδε το άνοιγμα στο κτίσμα, την καμάρα προς την πίσω αυλή. Το σημείοσυνάντησης. Ούτε ένας ήχος, καμίακίνηση, μόνο τοκαθάριο, διαβρωτικό φως της νύχτας. Μια όμορφη νύχτα για θάνατο. Έφτασε στη γωνία. Στάθηκε για λίγο ακουμπώντας στον τοίχο. Κοίταξε κάτω, σταπόδια της. Έναμικρό κόκκινο λουλούδι ξεπεταγό- ταν από την άσφαλτο ανάμεσα στα αθλητικά της παπούτσια. Το πήρε και χαμογέλασε αδύναμα. Έξι είδη τώρα, σκέφτηκε και έστριψε στη γωνία. Αυτό είναι που λένε «παραλίγο». Εκείνος καθόταν σ’ ένα παγκάκι λίγο πιο πέρα στον πίσω κήπο. Καθόταν έχοντας την πλάτη προς το μέρος της, σκυφτός και με το πρόσωπο στραμμένο κάτωστα γόνατά του. Λες και όλα τα βάρη του κόσμου πίεζαν τους ώμους του προς τη γη. Προχώρησε αθόρυβα. Δεν κρατούσε κανέναν ελβετικό σουγιά, μόνον έξι διαφορετικά λουλούδια σ’ένα πένθιμο μπουκέτο. Ήταν αυτή η ίδια το όπλο. Ηπαρουσία της. Όλα εκείνα στα οποία ηπαρουσία της θαμπορούσε νααπευθυνθεί. Αυτόήταν τοόπλο της, το μοναδικό της όπλο. Ήταν σχεδόν δίπλα του. Εκείνος παρέμεινε καθισμένος, δεν έκα- νε ρούπι. Το βάρος φαινόταν τιτάνιο. Σύντομα θα στρεφόταν προς το μέρος της.Το μαχαίρι θα άστρα- φτε στο χέρι του. Αυτή θα ήταν η αποφασιστική στιγμή. «Νεντίμ;» έκανε εκείνη χαμηλόφωνα. Εκείνος δεν απάντησε. Απλώς καθόταν και φαινόταν κουρασμέ- νος έως θανάτου. «Νεντίμ;» έκανε εκείνη ξανά, λίγο δυνατότερα, και έβαλε το χέρι της στον ώμο του. Απαλά, πολύ απαλά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=