Οι αλήθειες των άλλων

9 Ανακάθισε στο κρεβάτι με τα μάτια ορθάνοιχτα, σαν ξύπνιος από ώρα, σχεδόν λαχανιασμένος. Κοίταξε στο λιγο­ στό φως που φώτιζε από τον δρόμο το ρολόι στο κομοδίνο. Θα μπορούσε, τουλάχιστον σήμερα, να κοιμηθεί ακόμη μιά­ μιση δυο ώρες, όμως ήταν αδύνατον να ξανακλείσει μάτι. Κάτω από τα ζεστά σκεπάσματα χουχούλιαζε και αναρωτιό­ ταν τι του συνέβαινε. Εφιάλτες δεν τον κυνηγούσαν, οι αγω­ νίες για το διδακτορικό του δίπλωμα είχαν προ πολλού πε­ ράσει, έγνοιες δεν είχε. Τι στον δαίμονα είχε πάθει; Ίσως να έφταιγε η αναστάτωση που κουβαλά κανείς όταν έχει μπρο­ στά του κάποιο ταξίδι. Αποφάσισε, όπως συνήθιζε, την πρωι­ νή έξοδο του Μεσολογγίου και ξεμύτισε από τη φωλιά του στο κρύο δωμάτιο. Τα χνώτα του ξεχώριζαν σε κάθε του ανά­ σα. Φόρεσε τουρτουρίζοντας την παλιομοδίτικη αλλά φιλό­ ξενη ρόμπα του μακαρίτη, έβαλε βιαστικά κάλτσες και πα­ ντόφλες, σκούπισε τη μύτη του που άρχισε να στάζει. Σε πόση ώρα, άραγε, θα άναβε η σπιτονοικοκυρά του τη σόμπα στην τραπεζαρία; Πλησίασε στο παράθυρο, μάλλον από συνήθεια παρά από ενδιαφέρον, να δει τι καιρό έκανε έξω. Τα κίτρινα φώτα του δρόμου έσβησαν, όταν τον είδαν να τα χαζεύει. Άλλαξε αμέ­ σως το γνωστό σκηνικό της γειτονιάς, τα χρώματα, η ατμό­ σφαιρά της· το Λονδίνο ξυπνούσε βαρύθυμο μέσα στην ομί­ χλη και στους καπνούς που ήδη φούντωναν από τις καπνο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=