Η μεγάλη πομπή

10 ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ τιές που τα φαρδιά τους φύλλα βαραίνουν από το νερό μοιάζουν να κολυμπούν πέρα δώθε σαν δεμένες βαρκού- λες μέσα σ’ αυτό το λιγοζώητο ποτάμι. Όταν η βροχή πε- ράσει απομένει μονάχα κάποιο ρυάκι να κυλάει στο πιο βαθύ σημείο και τα βατράχια φωνάζουν ασταμάτητα. Το λιγοστό νερό που εξακολουθεί να κατεβαίνει από τη μεριά του Αγίου Δημητρίου θρέφει αυτή τη βλάστηση και την κρατάει θαλερή, σκιερή ακόμα και το καλοκαίρι – εκτός από την περίοδο της μεγάλης ζέστης. Παράξενα λουλούδια που κανείς δεν ξέρει το όνομά τους, χωρίς άρωμα αλλά με τα πιο όμορφα χρώματα και τα λεπτότε- ρα σχέδια, φυτρώνουν όλον το χρόνο, μοβ, λευκά, κίτρινα ή μπλε – ανάλογα με την εποχή. Ο ήλιος κρυμμένος από τον όγκο του βουνού αργεί να βγει για τον κόσμο που ζει εδώ. Και καθώς τα πουλιά γυρνάνε να κουρνιάσουν στα φυλλώματα, η δύση όλα τα βάφει με το χρώμα των άγριων μούρων. Με το σκοτάδι τα κελαηδίσματα σταματούν, οι μυστηριώδεις φωνές των τριζονιών γεμίζουν τον αέρα. Ένας κόσμος που έρπει και τριζοβολάει στα χαμόκλαδα και στα μούσκλια της κοίτης ξυπνάει τα βράδια. Ανάμεσα στα μυστικά μονοπάτια φωσφορίζουνε τα μάτια των γά- των και οι πυγολαμπίδες. Τα βατράχια δεν σταματούν τις διαπεραστικές φωνές τους παρά μόνο τους κρύους μήνες. Όλο τον υπόλοιπο χρόνο, με αποκορύφωμα την άνοιξη, σκεπάζουν κάθε άλλον ήχο της φύσης και ακούγονται σε μεγάλη απόσταση πέρα από το ρέμα, κρυμμένα κάτω από τα ξερά καλάμια κι από τις πράσινες νησίδες των πρωτό- γονων παρασίτων που σαν αφρός σκεπάζουνε τα λιμνα- σμένα νερά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=