Η μεγάλη πομπή

20 ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Κοιτούσε μονάχα έξω από το παράθυρο. Η μουσική έκανε την ανάγκη του να μιλήσει βασανιστήριο. Όταν ερωτευόταν τις πρωταγωνίστριες των έργων στον κινηματογράφο ήταν ευτυχισμένος: τον παρηγορού- σε η απόσταση – ό,τι κι αν έκανε, τίποτα δεν γινόταν. Όμως η ξανθιά της πολυκατοικίας απέναντι, πέρα από το ρέμα, ήταν αληθινή, ήταν πολύ κοντά· όλο κι όλο που είχε να κάνει ήταν να διαβεί το γεφυράκι και να ανηφορίσει τον στενό ασφαλτόδρομο παράλληλα με την κοίτη. Η πο- λυκατοικία ήταν εκεί, το διαμέρισμα ήταν εκεί, η κοπέλα κάποιες ώρες της ημέρας διάβαινε αναγκαστικά την πόρ- τα μπαίνοντας ή βγαίνοντας. Την είχε πάρει το μάτι του τυχαία στην οδό Περικλέους να διαβαίνει – ψηλή, λεπτή, αγέρωχη, τυλιγμένη στ’ ακριβά της ρουχαλάκια, κομμάτι ενός άλλου κόσμου που δεν ανήκε στη δικιά τους γειτο- νιά, όπου τα κορίτσια ήταν λιγότερο φροντισμένα, πιο απλά – αν και όχι λιγότερο όμορφα γι’ αυτόν τον λόγο. Τη συνόδευε όμως –όπως μερικές γυναίκες το άρωμά τους– και έμενε πίσω της ο αέρας ενός άλλου κόσμου, άνεσης και πολυτέλειας, που ενώ κάποτε τον άφηνε τε- λείως αδιάφορο, ενώ εξακολουθούσε όπως και η παρέα του να τον κοροϊδεύει και να τον ΠΕΡΙΦΡΟΝΕΙ – για πρώτη φορά τώρα του άφηνε ένα δάγκωμα πόθου και ζήλιας στην καρδιά. Ήταν λοιπόν μερικές βδομάδες που η απέναντι πολυ- κατοικία, αν και όμοια με τις άλλες, είχε αποκτήσει απροσδόκητα ζωή, γοητεία, μυστήριο. Αυτό το θέαμα που το είχε δει χιλιάδες φορές ίσαμε τότε από το παράθυρο του μικρού δωματίου από ελενίτ –οι ξέμακροι όγκοι των

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=