Σχολομαντείο Μάθημα Τρίτο: Οι Χρυσές Συνάξεις

8 NAOM I NOB I K λυσσαλέες προπονήσεις στον στίβο εμποδίων, ένα κορίτσι από τη σύναξη του Μιλάνου μού είχε δώσει ένα ξόρκι μετα- τόπισης, από εκείνα τα σπάνια που μπορείς να εκτελέσεις στον ίδιο σου τον εαυτό χωρίς να γίνεις κομματάκια. Το σκε- πτικό ήταν ότι θα μπορούσα να το χρησιμοποιώ για να πετά- γομαι από μέρος σε μέρος μέσα στην αίθουσα αποφοίτησης – ό,τι έπρεπε για να σώζω πιο εύκολα ανθρώπους, λόγου χά- ρη μέλη της σύναξης του Μιλάνου, που ήταν βασικά ο λόγος που μου έδωσε τζάμπα ένα ξόρκι το οποίο άξιζε το μάνα πέ- ντε χρόνων. Κανονικά, δεν μπορούσες να το χρησιμοποιείς για να διανύεις μεγάλες αποστάσεις, αλλά ο χρόνος ήταν λίγο πολύ το ίδιο πράγμα με τον χώρο, και δεν είχαν περάσει ούτε δέκα δευτερόλεπτα από τη στιγμή που βρισκόμουν μέσα στο Σχολομαντείο. Σχημάτισα στο μυαλό μου ολοζώντανη την εικόνα της αίθουσας αποφοίτησης, σαν αρχιτεκτονικό σχέδιο, αποτυπώνοντας ως και τον φρικαλέο όγκο της Υπομονής και την ορδή των μαλαφικάριων από πίσω της, να κατρακυλάνε σαν κύμα λάβας καταπάνω μας. Τοποθέτησα τον εαυτό μου στις πύλες, εκεί ακριβώς όπου βρισκόμουν όταν ο Ωρίωνας μου έριξε εκείνη την ύστατη σπρωξιά. Αλλά το ξόρκι αρνιόταν να εκτελεστεί και πρόβαλλε αντί- σταση, σαν να έβαζε προειδοποιητικές πινακίδες στον δρόμο: αδιέξοδο, κατεστραμμένο οδόστρωμα ευθεία μπροστά. Και όταν επέμεινα, σπρώχνοντάς το με μάνα, το ξόρκι έσκασε στα μούτρα μου και με πέταξε κάτω, σαν να είχα σκάσει πάνω σε τσιμεντένιο τοίχο. Ξανασηκώθηκα λοιπόν και δοκίμασα να το ξανακάνω με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, μόνο και μόνο για να γίνω χαλκομανία και δεύτερη φορά. Το κεφάλι μου κουδούνιζε και βούιζε. Άρχισα να σέρνομαι

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=